Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Πρόδρομος τῆς σημερινῆς παγκόσμιας ἀντιφυσικότητας καί ἀντικοινωνικότητας, εἶναι ἡ ἀλητομαγκιά τῆς δυτικοευρωπαϊκῆς «φιλοσοφίας»


Στό λῆμμα «ἐνέργεια» τῆς ἐγκυκλοπαιδείας τους, οἱ ἐπιστημονιστές, οἱ ἀλῆτες πού θεοποίησαν τήν τεχνολογία, τόν καταστροφέα τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, καί μέλλοντα νά καταστρεψει ὃλο τόν φυσικό κόσμο, γράφουν:
«Μέ τήν ἀνάπτυξη ὅμως τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν κατά τόν Κ΄ αἰῶνα ἀνακαλύφθηκε ὅτι μεταξύ ἐνέργειας καί μάζας ὑπάρχει ὁρισμένη σχέση ἰσοδυναμίας. Ἡ σχέση αὐτή ἀποδεί­χτηκε μέ τήν θεωρία (!) τῆς σχετικότητας καί διατυπώθηκε μαθηματικά μέ τήν περίφημη ἐξίσωση τοῦ Ἀϊνστάϊν ὡς ἐξῆς:  E =m. c2  (Ἐ =ἐνέργεια, m= μάζα, καί c= ταχύτητα φωτός στό κενό) Ἕνα ἀπό τά συμπεράσματα τῆς θεωρίας τῆς σχετικότητας εἶναι πώς ἡ μάζα μπορεῖ νά μετατραπεῖ σέ ἐνέργεια καί ἡ ἐνέργεια σέ μάζα».
Ἀποδείχθηκε, λένε, καί πῶς ἀποδείχθηκε; Θεωρητικά, καί συμπερασματικά ἀ­ποδείχθηκε. Θαυμᾶστε λοιπόν φιλοσοφική σκέψη, πού τήν θεωρεία τήν κάνει ἀπόδειξη. Εἶναι δυνατόν ἡ θεωρία νά εἶναι ἀπόδειξη;
Μέ αὐτά ὃμως πού ἔτσι τά λένε, αὐτό πού ἀποδείχτηκε εἶναι ἡ ἀλητομαγκιά τῆς δυτικοευρωπαϊκῆς φευδοφιλοσοφίας. Ἂνθρωπος μέ σωστά τά φρένα του μπορεῖ ποτέ τά θεωρητικά νά τά λέγει ἀποδεικτικά;

Αὐτοί ὃμως πού τήν δέχθηκαν τήν θεωρητική ἀπόδειξη καί ἀνακήρυξαν τόν Ἀϊνστάϊν μεγάλο φιλόσοφο, ἀνακήρυξαν μεγάλο φιλόσοφο καί τόν Κάντ. Ὁ Κάντ ὃμως καταδικάζει τήν θεωρητική ἀπόδειξη, ἀφοῦ λέγει ὃτι γιά νά πεισθεῖ ἀπαιτεῖ σαφῶς γνωστά καί ἀπτά γεγονότα, καί τά θεωρητικά συμπεράσματα τά κατηγορεῖ ἀνυπόστατα ὡς «ἔργο τῶν δικῶν μας συλλογισμῶν καί γι’ αὐτό καί ἀνυπόστατα».  Ἂλλά αὐτοί μιλᾶνε μόνο μέ δικούς τους συλλογισμούς, καί μέ θε­ωρητικά συμπεράσματα, καί ὄχι μόνο ἄσχετα μέ τά σαφῶς γνωστά καί ἀπτά γεγονότα, ἀλλά καί χωρίς ἔνδειξη λογικῆς ἐννοίωσης.
Τήν θεωρία τῆς ἐξέλιξης τῶν εἰδῶν γιά νά τήν ἀποδείξουν σωστή, οἱ «σοφοί» τῆς δυτικῆς εὐρώπης, προσπάθησαν νά διδάξουν σ' ἕνα πίθηκο συμπεριφορά ἀνθρώπου. Ὁ πίθηκος ὅμως δέν ἄντεξε τό ψυχολογικό τέντωμα πού τοῦ ἔκαναν καί αὐτοκτόνησε. Αὐτοκτόνησε ὁ πίθηκος!  Αὐτά τά γράφουν αὐτοί στήν ἐγκυ­κλοπαίδειά τους. Τήν θεωρία τῆς σχετικότητας ὃμως πού μπορεῖ νά ἀποδειχθεῖ, ἀφοῦ ἡ ὓλη ὑποτάσσεται στήν θέληση τοῦ ἀνθρώπου καί δέν μπορεῖ νά αὐτο­κτονήσει, δέν ἔκαναν τίποτα γιά νά τήν ἀποδείξουν.
Ἡ ἀπατεονιά τους εἶναι λοιπόν καταφανής: Τήν θεωρία τήν προβάλουν ὡς ἀπόδειξη, καί τήν γνώμη τους τήν μετατρέπουν σέ γνώση.  Ἂν αὐτό δέν εἶναι ἀπατεονιά, τί ἂλλο μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἀπατεονιά;
Ἡ «περίφημη» αὐτή ἐξίσωση τοῦ Ἀϊνστάϊν, δέν εἶναι ὅμως τίποτα περισσότερο καί τίποτα λιγότερο ἀπό σατανικά πονηρή ἀνοησία. Πολύ μάγκικα διατυπωμένη ὃμως καί πολύ ἀπατεονικά γαρνιρισμένη, γιά νά ἐντυπωσιάζει, καί νά ἐπικαλύψει καί νά δικαιολογίσει τό ἀνόητο συμπέρασμα ὅτι ἡ μάζα γίνεται ἐνέργεια καί ἡ ἐνέργεια ξαναγίνεται μάζα· καί ἔτσι ἔμμεσα νά ἀναγνωρίσει στήν ὕλη οὐσία καί γνώση τοῦ ὑπάρχειν καί παντοτινότητα καί ἀθανασία. Δηλαδή, στήν ὕλη πού ἀγνοεῖ καί τόν ἑαυτό της, ἀναγνωρίζει γνώση ἀπόλυτης ὑπαρκτότητας, γνώση ὑ­παρξιακῆς ἐλευθερίας καί ἁρμονίας, καί κατά συνέπειαν γνώση ζῶσας ὑπαρ­ξιακῆς παντοδυναμίας. Διότι χωρίς αὐτές τίς γνώσεις, χωρίς γνώση ζῶσα ἐ­λευθερίας καί παντοδυναμίας, δέν εἶναι νοητή οὒτε ἡ ζωή οὒτε ἡ παντοτινότητα τοῦ ὑπάρχειν. Οἱ γνώσεις αὐτές εἶναι ἀπαιτητές, καί μάλιστα σέ βαθμό ἀπόλυτο, γιά νά εἶναι παντοτινό τό ὑπάρχειν. Καί ἔτσι, μέ αὐτή τήν μάγκικη καί πονηρή ἀπατεονιά του, ὁ Ἀϊνστάϊν, τήν ὕλη πού ἀγνοεῖ καί τόν ἑαυτό της, τήν θεοποίησε, ἀφοῦ τήν ὣρισε ὑπαρκτότητα ἀπόλυτη καί παντοδύναμη, καί γι' αὐτό μεταβα­λόμενη ἀλλά μή φθειρόμενη, ἀφοῦ λέγει ὃτι γίνεται ἐνέργεια καί ἀπό ἐνέργεια ξαναγίνεται ὓλη, καί ἒτσι εἶναι καί παντοτινή καί ἂφθαρτη οὐσία τοῦ ὑπάρχειν.
Ποιόν ἀπό τούς δύο «φιλοσόφους» τοῡ δυτικοευρωπαϊκοῦ ἀλητισμοῦ νά πι­στέψομε λοιπόν, τόν Κάντ, ἢ τόν Ἀϊνστάίν; Ἂν πιστέψομε καί τούς δύο, θά ἀπορ­ρίψομε καί τούς δύο, ἀφοῦ ὁ καθένας τους διαψεύδει καί καταργεῖ τόν ἂλλο; Πειθόμενοι στόν Κάντ οἱ ἀνόητοι δυτικοευρωπαίοι ἀπαιτοῦν λοιπόν σαφεῖς ἀπο­δείξεις γιά νά βεβαιωθοῦν, πείθονται ὃμως στούς χωρίς σαφεῖς ἀποδείξεις συλλογισμούς τοῦ Ἀϊνστάϊν, τούς ἂσχετους μέ τίς ἐνδείξεις, καί δέν ἀπαιτοῦν σαφεῖς ἀποδείξεις. Ὑπάρχει μήπως στοιχειώδης λογική σ΄ αύτή τήν κατάσταση;
Νά ἀναρωτηθοῦμε πῶς αὐτές οἱ αὐταπόδεικτες ἀσυναρτησίες ἒγιναν δεκτές καί διαφημίσθηκαν καί ὡς ἀνώτερη φιλοσοφία; Θά ἦταν ἀδικαιολόγητη σήμερα ἡ ἀπορία μας. Ἒγιναν δεκτές ἐπειδή οἱ ἂθεοι, λόγω τῆς ἀνυπέρβλητης ἠλιθι­ότητας ἀπό τήν ὁποία πάσχουν, καί γι' αὐτό εἶναι καί ἂθεοι, νόμισαν ὃτι ὁ λόγος καί τοῦ Κάντ καί τοῦ Ἀϊνστάϊν τούς βοηθάει νά καταργήσουν τόν λόγο τοῦ Θε­οῦ, καί γι' αὐτό δέχθηκαν καί τούς δύο ἀλληλοαναιρούμενους ψευδο­φιλοσό­φους τους. Τό δήλωσαν ἂλλωστε ὃταν ἀναγνώρισαν ἓναν ἂλλο κτηνιστή ὡς μεγάλο φιλόσοφο, τόν Μάρξ, καί εἶπαν; Βρήκαμε τόν ἂνθρωπο πού θά κα­ταργήσει τόν Θεό. Μέ αὐτό τό σκεπτικό, καί μέ κριτήριο τό ἂν ὁ λόγος κάποιου ἀντιμάχεται τόν λόγο τοῦ θεοῦ ἀρκετά, κρίνουν τά πάντα, καί μέ αὐτό τό κρι­τήριο δέχθηκαν καί τίμησαν τίς ἀντικρουόμενες θεωρίες τοῦ Ἀϊνστάϊν καί τοῦ Κάντ.
Τόν λόγο τοῦ Ἀϊνστάϊν, πού λέγει ὃτι ἡ ὓλη γίνεται ἐνέργεια καί ἡ ἐνέργεια γίνεται ὓλη, ἂς τόν συγκρίνομε λοιπόν μέ τήν πραγματικότητα:
Ἡ δυναμίτιδα εἶναι ψυχρή ὑλική μάζα. Ὅταν ἐκραγεῖ γίνεται θερμότητα. Ἀλλά τήν θερμότητα, τήν μετατροπή τῆς ὓλης σέ θερμότητα, τήν λένε ἐνέργεια, οἱ ἀ­λῆτες ἐπιστημονιστές. Ὃταν ἡ μετατροπή τῆς ψυχρῆς ὓλης σέ θερμότητα, πού γίνεται μέ τήν ὁλική καταστροφή τῆς ψυχρῆς ὓλης, θεωρεῖται ἐνέργεια, αὐτό πού βεβαιώνεται εἶναι ἡ ἀνεπίτρεπτη σέ ἂνθρωπο ἠλιθιότητα, ἀφοῦ ἡ θερμότητα εἶναι ἀποτέλεσμα ἀποσύνθεσης. Ἡ θερμότητα παράγεται πάντα ἀπό τήν φθορά τῆς φυσικῆς δομῆς τῶν στοιχείων τῆς ὕλης καί τῶν ὑλιγενῶν σωμάτων, καί δηλώνει φθορά καί ὂχι ἐνέργεια. Ὃπως καί ὁ πυρετός, παράγεται ἀπό τήν καταστροφή τῶν δομῶν τῆς σωματικῆς ὑγείας τοῦ ἀνθρώπου, καί εἶναι ἀποτέλεσμα φθορᾶς, ἒτσι καί ἡ μετατροπή τῆς ψυχρῆς ὓλης σέ θερμότητα παράγεται ἀπό τήν ὁλική κα­ταστροφή τῶν φυσικῶν δομῶν τῆς συνοχῆς της. Ἡ ψυχρική μορφή τῶν στοι­χείων τῆς ὓλης σχηματίσθηκε ἀπό τήν ψύξη, τῆς κατά τόν χρόνο τῆς κοσμογο­νίας ρευστῆς θερμικῆς ὑλικῆς μάζας. Ψύχθηκε ἡ ἐπιφάνεια τῆς γῆς, ἀλλά ὂχι καί τό ἐσωτερικό τῆς σφαίρας της, καί γι' αὐτό τά ἡφαίστεια βγάζουν πυρακτωμένη ρευστή ὓλη, τήν λάβα. Καί αὐτό τό ἀποτέλεσμα τῆς καταστροφῆς τῶν στοιχείων τῆς ὓλης καί τῶν φυτικῶν καί ζωικῶν σωμάτων πού παρήγαγε ἡ φυσική πρόοδος καί γίνεται μέ τήν μετατροπή τους σέ θερμότητα, οἱ ἀλῆτες ἐπιστημονιστές τό λένε ἐνέργια. Ἐπιτρέπεται ὃμως τόση ἀνοησία, τόση ἠλιθιότητα, στόν νοήμονα ἂνθρωπο καί τόση κακοποίηση τῆς φιλοσοφίας;
«περίφημη» ἐξίσωση τοῦ Ἀϊνστάϊν, στό πρῶτο μέρος της, ἁπλᾶ φωτο­γραφίζει τό ἀποτέλεσμα τῆς ἔκρηξης καί τῆς καύσης. Μέ τήν ἔκρηξη, ἡ ψυχρή ὓλη τῆς δυναμίτιδας καί μέ τήν καύση τῶν φυτικῶν καί τῶν ζωικῶν σωμάτων, μετατρέπονται σέ θερμότητα, βεβαίως. Αὐτό σωστά τό λέγει ὁ Ἀϊνστάϊν. Ἀλλά ἡ ἒκρηξη ἀποσυνθέτει τήν μάζα τῆς δυναμίτιδας καί ἡ καύση ἀποσυνθέτει τό ψυχρό σῶμα τῆς καυσίμου ὓλης. Ἡ θερμότητα πού παράγεται εἶναι λοιπόν ἀποτέλεσμα τῆς ἀποσύνθεσης, καί διαχέεται καί χάνεται στήν ἀτμόσφαιρα, ὡς θερμότητα καί λάμψη (=χρῶμα). Καταψυγμένη θερμότητα καί ποικιλία χρωμάτων εἶναι τά συ­στατικά τῆς ὓλης καί τῶν ὑλιγενῶν σωμάτων, ἀφοῦ προῆλθαν ἀπό τήν ψύξη τῆς κατά τήν κοσμογονία πυρακτωμένης ὓλης, πού τότε εἶχε μορφή φλόγας. Ἡ ἒ­κρηξη καί ἡ καύση ἁπλῶς μέ βίαιο τρόπο καταργοῦν τό ἒργο τῆς ψύξης καί ἐ­παναφέρουν τά συστατικά τῶν ψυχρῶν σωμάτων στήν πρό τῆς ψύξης τους κα­τάσταση, μέ τήν διάλυσή τους σέ λάμψη (=χρῶμα) καί σέ θερμότητα. Τά σκο­τώνει δηλαδή τά φυσικά σώματα, ἡ μετατροπή τους σέ θερμότητα. Μέ τήν ἒκρηξη καί τήν καύση βεβαίως ἡ ψυχρή ὓλη γίνεται θερμότητα. Αὐτό καλά τό λέγει ὁ Ἀϊνστάϊν. Ἀλλά μήπως ὁ πυρετός τοῦ ἂρρωστου δέν εἶναι θερμότητα; Ποιός ὃμως μπορεῖ τόν πυρετό τοῦ ἂρρωστου νά τόν ὀνομάσει ἐνέργεια;  Κα­νένας, βέβαια, ὃσο ἠλίθιος κι' ἂν εἶναι. Τῶν ἐπιστημονιστῶν ὃμως ἡ ἠλιθιότητα δέν εἶ­ναι κοινή ἠλιθιότητα. Εἶναι σατανική ἠλιθιότητα καί γι' αὐτό εἶναι ἱκανή γιά τά πιό παράλογα. Τήν θερμότητα τοῦ πυρετοῦ, πού μέλλει νά καταστρέψει τό σῶμα τοῦ ἂρρωστου ἀλλά δέν τό κατάστρεψε ἀκόμα, τήν κατηγοροῦν θανα­τηφόρα καί προσπαθοῦν νά τήν ἐξουδετερώσουν, καί δέν τήν λένε ἐνέργεια, τήν θερμότητα πού παράγει ὃμως ἡ ὁλοκληρωτική καταστροφή τοῦ φυσικοῦ σώμα­τος τῆς ὓλης καί τῶν ὑλιγενῶν σωμάτων, γιατί τήν λένε ἐνέργεια;
Τό ἀποτέλεσμα τῆς ἔκρηξης, ὃπως καί τῆς καύσης, εἶναι ἡ θερμότητα καί ἡ λάμψη, πού διαχύθηκαν ὃμως καί χάθηκαν στήν ἀτμόσφαιρα. Εἶναι δυνατό νά ξαναγίνουν μάζα δυναμίτιδας ἢ φυτικοῦ σώματος, ἡ θερμότητα καί ἡ λάμψη πού διαχύθηκαν καί χάθηκαν στήν ἀτμόσφαιρα; Ἒ, εἶναι δυνατόν; Ἡ μάζα δέν γίνεται λοιπόν ἐνέργεια, ὃπως ἀπό ἠλιθιότητα τήν λένε ἐνέργεια οἱ ἀλῆτες ἐπιστημο­νιστές. Γίνεται θερμότητα καί λάμψη. Καταστρέφεται ὃμως τό ψυχρό σῶμα ἀπό τό ὁποῖο προῆλθε ἡ θερμότητα καί ἡ λάμψη, καί  ἡ θρμότητα καί ἡ λάμψη δια­χέονται καί χάνονται μέσα στήν ἀτμόσφαιρα. Καί ἡ θερμότητα αὐτή, πού προ­ῆλθε ἀπό τήν ἒκρηξη τῆς δυναμίτιδας καί χάθηκε μέσα στόν φυσικό χῶρο, δέν μπορεῖ ποτέ νά ξαναγίνει μάζα δυναμίτιδας; Ποιά τεχνολογία καί ποιός ἐπιστή­μων μπορεῖ τό ἀποτέλεσμα τῆς ἒκρηξης νά τό ξανακάνει ψυχρή ὓλη δυναμίτιδας; Ἀν γίνεται, γιατί δέν τό κάνουν; Ἡ μάζα τῆς δυναμίτιδας δέν θά αὐτοκτονήσει, σάν τόν πίθηκο. Γιατί δέν τό κάνουν λοιπόν, αύτό πού δέχονται ὃτι γίνεται;
Δέν τό κάνουν, ἐπειδή δέν γίνεται, βεβαίως. Ἂν γινόταν, θά τό εἶχαν κάνει μέχρι τώρα χίλιες φορές καί θά μᾶς τρέλεναν μέ τούς κομπασμούς τῆς ἀλαζο­νείας τους. Συνεπῶς, αὐτά πού λένε, περί μεταροπῆς τῆς ὓλης σέ ἐνέργεια καί ἀπό ἐνέργεια σέ ὓλη, εἶναι ἀνοησίες, πού ὑπερβαίνουν τό νόημα τῆς ἠλιθιότητας.
Ὁ λόγος πού ἡ ἀνοησία τοῦ Ἀϊνστάϊν ἒγινε ὂχι μόνο δεκτή ἀλλά καί διαφη­μίσθηκε ὡς κορυφαία φιλοσοφία, εἲπαμε, εἶναι ἡ γνώμη τῶν ἀλητῶν, πού νόμι­σαν ὃτι τούς βολεύει νά καταπολεμίσουν καί νά καταργήσουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ καταγωγή τῆς ψυχρῆς ὓλης τῆς δυναμίτιδας εἶναι θερμική, βεβαίως. Ἀφοῦ προῆλθε ἀπό τήν κατά τήν κοσμογονία ψύξη τῆς πυρακτωμένης καί μέ μορφή φλόγας ὓλης. Ἀλλά ψυχρή μάζα τήν ἒκανε ἡ φυσική ψυχροσυστολική ἀγωγή καί ἡ ψυχροδομική κατεργασία τοῦ ἀρχικοῦ χρωμοθερμικοῦ, δηλαδή φλόγινου εἶδος τοῦ συνόλου τῆς ὓλης. Φλόγινο εἲδος εἶχαν ὃλα τά πρωτογενή σωμάτια τῆς ὓλης.
Τά σωμάτια ὃλων τῶν εἰδῶν τῆς ὓλης, προέρχονται ἀπό φυσική ἀναπαρα­γωγική διαδικασία. Ὁ μικρός ἀρχικά ὂγκος τοῦ ἀπό ἀναπαραγωγή προεχόμενο σωματίου τῆς ὓλης, ἀναπτυσσόταν καί διογκωνόταν μέ αὒξηση τοῦ χρώματος ὑπό τύπον σκελετοῦ, καί τῆς θερμότητας ὑπό τύπον σάρκας. Καί γι' αὐτό ὃλα τά σωμάτια ὃλων τῶν εἰδῶν τῆς ὓλη, στόν καιρό τῆς ἀναπαραγωγῆς τους εἶχαν μορφή φλόγας. Καί ἡ μέν ὁλοκλήρωση τῶν ἀποχρώσεων ἀπέδοσε τό φῶς, τῆς δέ ψυχόμενης θερμότητας ἀπέδωσε τά εἲδη τῆς ὓλης. Μάζα ψυχρή τήν ἔκανε λοιπόν τήν δυναμίτιδα, ἡ φυσική ψυχροσυστολική καί ψυχροδομική ἀγωγή τῆς ὓ­λης. Τήν ψυχροδομική ἀγωγή τήν σύστησε ὃμως ἡ ἀπόλυτος γνώση καί δύναμη τοῦ ὑπάρχειν καί τῆς Ζῶσας Ἐλευθερίας, ἡ θεία ἰδιότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἐφαρμογή τῆς ψυχροδομικῆς ἀγωγῆς τῆς ὓλης, συμπίεσε τόν ἀρχικό χρω­μοθερμικό καί γι' αὐτό φλόγινο ὂγκο τῶν σωματίων τῆς ὓλης, γιά νά τόν κάνει κατάλληλα γιά ἒνταξη σέ συστήματα στοιχειακῆς συνοχῆς, καί τόν περιόρισε στήν δομή τῶν στοιχείων τῆς ὓλης. Ὁ περιορισμός τῆς θερμικῆς ἰσχύος ἀπέ­δωσε τό ἰδίωμα τοῦ ψύχους. Γι' αὐτό λοιπόν ἡ κάθε εἲδους ἀποσύνθεση τῆς ψυ­χροσυστολικῆς δομῆς τῆς ὓλης ὃταν γίνεται σέ μιά στιγμή παράγει τό φαινό­μενο τῆς ἒκρηξης, ἐνῶ ἡ μέ βραδύ ρυθμό ἀποσύνθεσή της παράγει τό φαινό­μενο τῆς καύσης.  Καί ὅπως ὁ ἄνθρωπος ὃταν πεθάνει, ἀκόμα καί μέ τήν κατα­πληκτική σημερινή πρόοδο τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας, δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει ὃπως ἦταν πρίν πεθάνει, ἔτσι καί ἡ ψυχρή μάζα τῆς δυναμίτιδας ὅταν ἐκραγεῖ ἀποσυντίθεται, «πεθαίνει», γίνεται θερμότητα, ἀλλά ἡ θερμότητα αὐτή δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει ψυχρή μάζα δυναμίτιδας. Αὐτά πού λέγει ὁ Ἀϊνστάϊν ἀποτελοῦν λοιπόν ἀλητομαγκιά, καί ὂχι φιλοσοφία;
Ἡ ἔκρηξη ἐλευθερώνει τόν μέγιστο ὄγκο τῆς χρωμοθερμίας, πού ἀρχικά τόν εἶχαν άναπτύξει τά ἀπό ἀναπαραγωγή προερχόμενα καί μέ χρωμοθερμικό ὂγκο ἀναπτυσσόμενα σωμάτια τῆς δυναμίτιδας, καί πού ἡ φυσική ψυχροσυστολική ἀ­γωγή γιά νά τά ἐντάξει σέ συστήματα συνοχῆς τά σωμάτια συμπίεσε τόν ὂγκο τους καί τόν περιέκλεισε μέσα στήν ψυχρή μάζα τῆς δυναμίτιδας, καί ἡ ἒκρηξη ἁ­πλᾶ τόν ἐπαναφέρει στό κατά τήν κοσμογονία ἀρχικό χρωμοθερμικό φλόγινο εἶδος καί μέγεθος τοῦ ὂγκου τους. Τό ἀποτέλεσμα τῆς ἒκρηξης καί τῆς καύσης πού μεταβάλει τήν ψυχρή ὓλη καί τήν κάνει θερμότητα δέν εἶναι λοιπόν ἐνέρ­γεια· εἶναι καταστροφή τῆς φυσικῆς δομῆς τῆς μάζας. Εἶναι ὅμως ἔργο τοῦ ἀνθρώπου, βίαιο, ἡ καταστροφή καί ὂχι δημιουργικό. Εἶναι ἔργο θελημένο καί ὂχι ἀθέλητο καί τό κάθε θελημένο ἒργο ἡ φύση δέν τό ἐπανορθώνει μέ τυπικά συστηματική παρέμβαση. Γιά νά διορθωθεῖ κάποιο ἒργο φθορᾶς, πρέπει πρῶτα νά ἀναγνωρισθεῖ τό λάθος, καί μετά γιά τήν διόρθωση νά ζητηθεῖ ἡ θεία παρέμβαση. Ἀλλιῶς δέν διορθώνεται τίποτα.
Τό μόνο δημιουργικό ἔργο πού μπορεῖ καί κάνει ὁ ἄνθρωπος στήν ἐπίγεια ζωή του, εἶναι ἡ ἀπό τόν ἲδιο διάπλαση τοῦ εἲδους καί τοῦ χαρακτήρα τῆς δικῆς του παντοτινῆς ὀντότητας, γιά νά ἒχει εἶδος καί ὑπόσταση θελημένη, καί ὂχι άναγκαστική, σάν τήν ἐπίγεια ὑπόστασσή του, ἐπειδή τό κάθε ἀναγκαστικό εἶναι ἀνεπίδεκτο ζῶσας ἐλευθερίας. καί χωρίς ἱκανότητα ζῶσας ἐλευθερίας καμμιά ὀντότητα δέν μπορεῖ νά ἐνταχθεῖ στόν Κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτινότητας. Καί ἐπειδή, ἡ καταστροφή, πού μέ τήν ἔκρηξη ἐπιβάλλει ὁ ἄνθρωπος στήν φυσική δομή τῆς μάζας τοῦ δυναμίτη, ἀλλά καί τῆς κάθε μάζας πού μέ ἒκρηξη, ἣ μέ ἀνάφλεξη, ἢ μέ τριβή καί μέ ὁποιονδήποτε ἂλλο τρόπο καταστρέφει, εἶναι ἔργο θελημένο, καί σάν θελη­μένο ἒργο ἡ φθορά πού γίνεται εἶναι ἀνεπανόρθωτη μέ τίς δυνατότητες πού ἒχει ὁ ἂνθρωπος, καί τά φυσικά συστήματα. Ἡ κάθε εἲδους ἐπανόρθωση ἀπαιτεῖ τήν ἂνωθεν θεία ἐπέμβαση.
Αὐτήν λοιπόν τήν θερμότητα, πού εἶναι ἀποτέλεσμα φθορᾶς ἀναμφίβολης, ὁ Ἀϊνστάϊν τήν λέγει ἐνέργεια, καί ἀναγνωρίζει καί δυνατότητα ἐπανασύστασης τῆς κατεστραμμένης μάζας, ἀφοῦ λέγει ὃτι ἡ μάζα τῆς δυναμίτιδας, πού μέ τήν ἒκρηξη ἒγινε ἐνέργεια, ξαναγίνεται μάζα δυναμίτιδας. Ποιός ἂνθρωπος μέ σῶα τά φρένα του μπορεῑ ποτέ νά δεχθεῖ τέτοιο πρᾶγμα; Ἡ μάζα τῆς δυναμίτιδας πού ἔχει ἐκραγεῖ, καί πού σάν θερμότητα καί χρῶμα ἒχει διασκορπισθεῖ στόν χῶρο, εἶναι δυνατό νά ξαναγίνει μάζα δυναμίτιδας. Αὐτή λοιπόν ἡ Ἂϊνστάϊνική σα­χλαμάρα θεωρεῖται μεγάλη φιλοσοφία σήμερα. Ὂχι ἐπειδή ἒχει κάποια ἀξία. Τό ζητούμενο σήμερα, στήν ἐποχή τῆς ἠλιθιότητας, δέν εἶναι ἡ ἀξία. Οἱ πάσχοντες ἀπό τήν σατανική ἠλιθιότητα ἂθεοι, ἐπειδή νομίζουν ὃτι ὁ λόγος τοῦ Ἀϊνστάϊν μπορεῖ νά ἀντιμετωπίσει ἀποτελεσματικά καί νά καταρρίψει τόν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀσυζητητί τόν δέχονται. Καί ἐπειδή σήμερα οἱ σατανικά ἠλίθιοι ἒχουν πολύ πλῆθος, καί εἶναι καί ἂθεοι ἐπειδή πάσχουν ἀπό αὐτή τήν μέ ἀνυπέρβλητο μέφεθος ἠλιθιότητα, νομίζουν ὃτι ἀντλῶντας ἰσχύ ἀπό τό πλῆθος τους μποροῦν νά ἐπιβάλουν τίς ἀπόψεις τους. Τίς ἀπόψεις τους μποροῦν νά τίς ἐπιβάλουν, ἀλλά τά δεδομένα τῆς φυσικῆς πραγματικότητας μποροῦν νά τά καταργήσουν; Κι' ἂν δέν μποροῦν νά τά καταργήσουν, δέν θά ὑποστοῦν τίς συνέπειες τῆς ἀντιφυσικότητάς τους; Ὃταν αὐτά δέν τά καταλαβαίνουν εἶναι δυνατό νά μήν εἶναι ἠλίθιοι;
Αὐτή ὃμως ἡ κατάσταση γιά ἐμᾶς ἦταν ἀναμενόμενο ἀποτέλεσμα τῆς κατά τήν Ἁγία Γραφή μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα πτώσης τῶν πρωτόπλαστων στήν ἀν­τιφυσικότητα, καί δι' αὐτῆς στήν ἀνοησία καί τήν ἠλιθιότητα, πού εἶναι προϋπό­θεση τῶν καταστροφικῶν ἐνεργειῶν τοῦ ἐπιστήμονος ἀνθρώπου.
Ἡ ὕλη δέν ἔχει γνώση, δέν ἔχει ζωή, δέν ἔχει ἐλευθερία. Τό χωρίς γνώση, καί χωρίς ζωή καί χωρίς ἐλευθερία ἰδίωμα ὃμως δέν μπορεῖ νά ἒχει καμμιά σχέση μέ τήν ζῶσα παντοτινότητα. Ἡ ὓλη ὑπάρχει, ἀλλά ἀναγκαστικά ἔγινε καί ὑπάρχει, ὃπως καί ὁ ἂνθρωπος καί ὃλα μέσα στόν φυσικό κόσμο ἀναγκαστικά γίνονται καί ὑπάρχουν, ἀναγκαστικά κινεῖται, ἡ ὓλη, καί μόνο φυσική καί γι' αὐτό προσωρινή εἶναι ἡ ὑπαρ καί ἡ χρησιμότητά της. Ὁ ἂνθρωπος, πού εἶναι κορυφή τῆς ἐξελικτικῆς κλίμακας, καί μέ τίς ἐπιστημονικές γνώσεις πού ἒχει καί γι' αὐτές καυχιέται, ὃταν χάσει τήν ζωή του δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει αὐτό πού ἦταν, παρά τήν ἐκπληκτική πρόοδο τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας του. Καί δέν μπορεῖ ὂχι νά ξαναγίνει ζωντανός ἀλλά οὒτε καί νά τό συντηρήσει τό σῶμα πού τοῦ δόθηκε καί τό ἒχει δέν μπορεῖ, ἡ ὓλη μέ ποιά γνώση θά ξαναγίνει ὓλη, ὃταν ἡ καύση καί ἡ ἒκρηξη τό σῶμα της τό ἒχουν μετατρέψει σέ θερμότητα δια­σκορπισμένη στόν χῶρο; Ὁ λόγος τοῦ Ἀϊνστάϊν δέν μπορεῖ λοιπόν νά βγεῖ ἒξω ἀπό τά ὃρια τῆς ἀλητομαγκιᾶς.
Ὁ αἰσθησιακά γνωριζόμενος ὑλικός καί ὑλιγενής φυσικός κόσμος, δημιουρ­γήθηκε γιά νά γίνει φυτώριο νέων ὄντων, καί μέ τό πλῆθος τῶν νέων ὂντων νά ἀντικατασταθεῖ τό πλῆθος τοῦ σατανᾶ, πού ἐπινόησε τήν ἰδέα τῆς ὑπεροχῆς καί μέ αὐτή τήν ἰδέα ξέπεσε σέ ὑπαρξιακή δυσαρμονία, καί αὐτή, ἡ ἰδέα τῆς ὑπε­ροχῆς, ἡ περηφάνεια, εἶναι καί ἡ αἰτία τῆς κάθε κακουργίας ἀπάνω στήν γῆ. (Γι'­αύτό καί ὁ σατανᾶς ἀγωνίζεται νά ματαιώσει τόν φυσικό προορισμό τοῦ ἀνθρώπου) Καί ὅπως τό πλῆθος τῶν φυτικῶν καί τῶν ζωικῶν σωμάτων προέρχεται ἀπό ἀνα­παραγωγή, ἔτσι καί τό πλῆθος τῶν πρωτογενῶν σωματίων ὅλων τῶν εἰδῶν τῆς ὕλης, προέρχεται κι’ αὐτό ἀπό συστηματική ἀναπαραγωγική διεργασία. Τά σωμά­τια τῆς ὓλης δέν ἒχουν παντοτινή ὑπαρκτότητα. Ἂν εἶχαν, δέν θά μποροῦσε ὁ ἂνθρωπος νά τά ἐξοντώσει μετατρέποντάς τα σέ θερμότητα.
Ἡ ὑπόσταση τῶν μέ ἀναπαραγωγή παραγομένων πρωτογενῶν σωματίων τῆς ὕλης, ἀντίστοιχη μέ τόν σκελετό τῶν ζώων εἶχε τό χρῶμα, καί ἀντίστοιχη μέ τήν σάρκα εἶχε τήν θερμότητα. Τό ἀπό ἀναπαραγωγή προερχόμενο σῶμα εἶχε ὂγκο μικρό, ἀλλά ἀναπτυσσόμενο, σάν τό σῶμα τῶν ζώων. Ἡ ἀνάπτυξη τοῦ χρω­μοθερμικοῦ ὂγκου τους, ἀπέδωσε τό εἶδος τῆς φλόγας. Ἡ μορφή τῆς φλόγας εἶναι λοιπόν τό ἀρχικό εἶδος τῶν πρωτογενῶν σωματίων τῆς ὕλης, μέ σκελετό τους τίς διάφορες ἀποχρώσεις, καί σάρκα τους τήν θερμότητα. Ἡ ψυχρική κατερ­γασία τῆς φλόγας ἀρχικά ἀπέδωσε τήν ρευστή πυρακτωμένη μάζα τῆς ὓλης καί τελικά τήν ψυχρική μορφή της. Γι' αὐτό καί ἡ κάθε εἲδους φθορά τῆς ψυχρο­δομικῆς σύστασής τους, εἲτε μέ ἒκρηξη εἲτε μέ καύση εἲτε μέ τριβή γίνεται, ἀ­ποδίδει θερμότητα.
Ὃταν λοιπόν συμπληρώθηκε τό ἀπό τόν σχεδιασμό ἀπαιτούμενο καί μέ τό ἀναπαραγωγικό σύστημα αὐξανόμενο πλῆθος τῶν πρωτογενῶν σωματίων τῆς ὕλης, στόν καιρό τῆς γένεσης, τῆς κοσμογονίας ὃπως τόν λένε ἂλλοι, ἀπέδωσε σχηματισμούς φλόγινων νεφωμάτων. Καί τότε, ὃπως λέγει ἡ Ἁγία γραφή: ἐγέ­νετο φῶς. Καί ἀπό τήν ψύξη καί συμπύκνωση καί συνοχή τῆς ὓλης τῶν φλόγι­νων νεφωμάτων προῆλθαν τά σώματα τῶν ἂστρων καί τῆς γῆς.
Προτοῦ γίνει τό φῶς, σκοτεινή καί ἄδεια, δηλαδή χωρίς ὕλη, ἦταν ἡ ἔκταση τοῦ ὑπό περιορισμό σύμπαντος χῶρου. Χῶρος ἀπεριόριστος δέν εἶναι νοητός. Ἡ ἀπεριοριστεία εἶναι γνώρισμα τῆς ἐλευθερίας. Τό νόημα τοῦ χώρου παράγεται ἀπό τόν περιορισμό. Χωρίς τόν περιορισμό, δέν παράγεται νόημα χώρου.
Αὐτό λοιπόν τό φλόγινο καί γι' αὐτό μέγιστο μέγεθος τῶν πρωτογενῶν σω­ματίων τῆς ὕλης, τό παρέλαβε ἡ φυσική ψυχροσυστολική ἀγωγή, καί μέ κατανα­γκάζουσα ψυχροδομική γνώση καί δύναμη τό συμπίεσε γιά νά τό ἐντάξει σέ συστήματα στοιχειακῆς συνοχῆς, καί τό συμπίεσε τόσο πολύ, πού τό ἀφάνισε μέσα στήν στοιχειακή δομή τῆς μάζας. Γι’ αὐτό λοιπόν ἡ κάθε ἀποσύνθεση τῆς στοιχειακῆς δομῆς τῆς μάζας καί τῶν ὑλιγενῶν σωμάτων, μέ ὅποιο τρόπο κι΄ ἄν γίνει, μέ ἒκρηξη ἢ μέ ἀνάφλεξη, ἢ καί μέ τριβή ἄν γίνει, ἀποδίδει θερμότητα. Καί γι' αὐτό ἡ θερμότητα, ὃπως καί τοῦ πυρετοῦ ἡ θερμότητα στό σῶμα τοῦ ἀν­θρώπου, εἶναι ἀποτέλεσμα καί ἀπόδειξη ἀποσύνθεσης τοῦ φυσικοῦ σώματος. Ἐκεῖνοι πού τήν παραγωγή τῆς θερμότητας τήν λένε παραγωγή ἐνέργειας, ἁπλᾶ τήν ἠλιθιότητά τους δηλώνουν. Καί ἡ κατστροφή πού ἡ φθορά ἐξεργάζεται, στήν σημερινή φυσική χρονική περίοδο, εἶναι καί ἀνεπανόρθωτη, ἐπειδή εἶναι θελημένη καί τά καταστεφόμενα εἲδη δέν ἒχουν ὑπαρξιακό προορισμό.
Ἀκόμα καί ἡ φθορά τοῦ χλωροῦ χόρτου, πού ἒχει ψυχρό σῶμα, γίνεται μέ αὔξηση τῆς θερμότητας. Θερμαίνεται πρῶτα, ἂναψε λένε οἱ ἀγρότες, καί μετά σαπίζει καί καταστρέφεται. Τό σάπιο χόρτο λιπαίνει τό χῶμα καί σ' αύτό τό χῶμα φυτρώνει χόρτο, καί γίνεται πάλι χόρτο. Ἀλλά φυτρώνει ἂλλο χόρτο καί ὂχι τό ἲδιο τό σαπισμένο. Αὐτό, τό σαπισμενο, δέν ξαναγίνεται χόρτο. Καί τό ἂλλο χόρτο γίνεται ἀπό σπέρμα χόρτου καί ὂχι ἀπό τήν σαπίλα τοῦ σαπισμένου χόρτου. Χωρίς τό σπέρμα ἡ ὑλη τῆς λίπανσης τοῦ ἐδάφους, πού προῆλθε ἀπό τήν σαπίλα τοῦ χόρτου, ποτέ δέν θά ξαναγίνει χόρτο. Τό σπέρμα δέν εἶναι ὃμως προϊόν τῆς σαπίλας τοῦ χόρτου. Εἶναι φορέας γνώσεως ἀναπαραγωγῆς τοῦ εἲδους πού μεταδίδεται καί ἀναπαράγει τίς γενεές του. Δέν εἶναι γνώση τοῦ χόρτου πού σάπισε, ἀλλά τῆς γνώσεως πού τά σύστησε τά εἲδη τοῦ χόρτου καί μεταδίδεται ἀπό γενεά σέ γενεά, μέ τήν μορφή τοῦ σπόρου. Χωρίς σπορά σπέρ­ματος, δέν γίνεται τίποτα μέσα στόν φυσικό κόσμο. Συνεπῶς, αὐτά πού λέγει ὁ Ἀϊνστάϊν, ὃτι ἡ ὓλη γίνεται θερμότητα καί ἡ θερμότητα ξαναγίνεται ὓλη, δέν μποροῦν νά βγοῦν ἒξω ἀπό τά μέτρα τῆς σαχλῆς ἀλητομαγκιᾶς.
Ἡ μετατροπή τῆς ψυχρῆς ὕλης σέ θερμότητα, ἀπό ἀνοησία λέγεται λοιπόν «ἐνέργεια». Διότι εἶναι ἀποτέλεσμα φθορᾶς, ἡ θερμότητα, ὃπως καί ὁ πυρετός στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀρρώστιας, πού φθείρει τό σῶμα του. Καί ὅπως τό ἀνέβασμα τοῦ πυρετοῦ στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου αὐξάνει τόν κίνδυνο τοῦ θανάτου, ἔτσι καί ἡ μέ τεχνητά μέσα ἐντεινόμενη αὒξηση τῆς θερμότητας ἀπάνω στήν γῆ, βεβαιώνει ὃτι ἐπιταχύνεται ἡ πορεία της πρός τήν διά πυρός καταστροφή τόν πλανήτη μας καί τοῦ φυσικοῦ κόσμου. Τό λέγει καί ὁ Ἂπόστολος Πέτρος: «Στοιχεῖα δέ καυσούμενα λυθήσονται, καί γῆ καί τά ἐν αὐτῆ ἒργα κατακαήσεται». Πέτρου β. γ' 10. Τά στοιχεία τῆς ὓλης, λέγει, καί τά ἒργα τοῦ ἀνθρώπου (πού γι' αὐτά καυχιέται ὁ πάσχον ἀπό ἠλιθιότητα ἐπιστη­μονιστής) θά κατακαοῦν, θά λυώσουν καί θά γίνουν σάν τήν λάβα πού βγάζουν τά ἡφαίστεια. Ἒτσι θά συσταθεῖ ἡ πύρινη κόλαση, καί θά μείνουν μέσα της μόνο ἐκεῖνοι πού θεοποίησαν τήν ὑλη. Καί αὐτό, τό τέλος τοῦ κόσμου, θά εἶναι ἒργο τῆς τεχνολογίας. Διότι ὁ Θεός δέν καταστρέφει αὐτά πού δημιούργησε. Ἡ ἐπί­γεια δραστηριότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ εἶναι ἀντιφυσική, κινεῖται ἀντίστροφα πρός τήν διαδρομή τῆς φυσικῆς προόδου, καί κατά συνέπειαν ὁδηγεῖται πρός τήν ἀφετηρία τῆς φυσικῆς προόδου, πρός τήν ἐποχή πού τό σύνολο τῆς ὑλης εἶχε τήν μορφή φλόγας, γιά νά γίνει τό φῶς καί ἒγινε τό φῶς πού διατάχθηκε ἀπό τόν Θεό. Ἡ ἀντιφυσική πορεία τῆς τεχνολογίας δέν εἶναι λοιπόν δυνατό νά μή φτάσει στήν ἀφετηρία τῆς φυσικῆς προόδου, πού τότε τό σύνολο τῆς ὓλης εἶχε μορφή φλόγας.  Καί ὁ χρόνος πού ἡ τεχνολογία ἐκεῖ θά καταλήξει, εἶναι πολύ κοντά πλέον.
Ἀπό ἀνεπίτρεπτη στόν ἂνθρωπο ἀνοησία λέγεται λοιπόν ἐνέργεια, ἡ μετα­τροπή τῆς ψυχρῆς ὕλης σέ θερμότητα.
Ἡ τεχνολογία καί ἡ ἐπιστήμη, πού ἀποτελοῦν τό καύχημα τοῦ σημερινοῦ ἀνυ­πέβλητα ἠλίθιου ἀνθρώπου, καί πού λόγω τῆς ἠλιθιότητάς του καυχόμενου ὃτι εἶναι προοδευτικός, κάνουν λοιπόν κατά τοῦ φυσικοῦ κόσκμου, αὐτό ἀκριβῶς πού κάνουν τά παθογόνα μικρόβια στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ὃταν τοῦ δημιουρ­γοῦν τήν ἀρρώστια του καί αὐξάνοντας τόν πυρετό του τόν ὁδηγοῦν στόν θά­νατο· ἒτσι καί ἡ τεχνολογία καί ἡ ἐπιστήμη ὁδηγοῦν στήν διά πυρός καταστροφή τόν πλανήτη μας, καί τόν φυσικό κόσμο ὁλόκληρο.
Τό σύνολο τῆς ὕλης καί ὁ φυσικός κόσμος ὁλόκληρος, κατασκευάστηκε γιά νά συστήσει ἕνα τόπο προσωρινό, τόπο ἔξω ἀπό τόν κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτινότητας, ἓνα κόσμο διαφορετικό ἀπό τόν παντοτινό, γιά νά γίνει ὁ τόπος αὐτός φυτώριο νέων ὄντων, προορισμένων νά ἀντικα­τα­στήσουν τό πλῆθος τοῦ σατανᾶ, πού ξέπεσε σέ ὑπαρξιακή δυσαρμονία. Κατα­σκευάσθηκε δέ προσωρινός, ὁ τόπος αὐτός, ὁ φυσικός, ἐπειδή τά νέα ὄντα μόνο ἀναγκαστικά μποροῦν νά γεννηθοῦν, καί τίποτα ἀναγκαστικό δέν εἶναι νοητό νά γίνεται στόν κόσμο τῆς ἀπόλυτης ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτι­νότητας. Ἀναγκαστικά πρέπει νά γεννηθοῦν λοιπόν τά νέα ὂντα, ἀφοῦ προτοῦ γεννηθοῦν δέν ἒχουν θέληση, καί μετά νά ρωτηθοῦν ἂν τήν θέλουν τήν παντοτινή ζωή. Πῶς θά ρωτηθοῦν ἄν τήν θέλουν τήν ζωή, ἀφοῦ προτοῦ γεν­νηθοῦν δέν ὑπάρχουν; Ἡ ζωή ὅμως προϋποθέτει τήν ἐλευθερία. Ὑπαρκτότητα, καί μάλιστα ζῶσα ὑπαρκτότητα χωρίς ἐλευθερία δέν εἶναι νοητή. Δέν μπορεῖ ἀνα­γκαστικά νά γίνει μιά ὀντότητα καί νά ἒχει ζῶσα ἐλευθερία. Γι’ αὐτό λοιπόν, γιά νά ἒχει ζῶσα ἐλευθερία, πρέπει πρῶτα νά γεννηθεῖ ἀναγκαστικά, δηλαδή χωρίς νά θέλει καί νά ξέρει, νά τήν ἰδεῖ τήν ζωή, καί μετά νά ρωτηθεῖ ἄν τό θέλει αὐτό πού ξέρει. Καί ἂν τήν θέλει, τήν ζωή, νά διαπλάσει αὐτός τήν ὀντότητά του, γιά νά μπορεῖ νά λέγει ἐγώ, ἀφοῦ μέ τήν δοτή ὀντότητα πού ἒχει στήν ἐπίγεια ζωή δέν μπορεῖ νά λέγει ἐγώ, καί νά ἒχει σοβαρότητα ὁ λόγος του.
Δημιουργήθηκε λοιπόν ὁ φυσικός κόσμος, γιά νά γίνουν μέσα του τά ἀνα­γκαστικά γεγονότα, ἐπειδή ἀναγκαστικά γεγονότα μέσα στόν κόσμο τῆς ἀπό­λυτης ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτινότητας, δέν εἶναι νοητό νά γί­νονται. Γι’ αὐτό λοιπόν κατασκευάστηκε ὁ φυσικός κόσμος μέ προσωρινό προο­ρισμό, γιά νά γίνει κόσμος πού ἀγνοεῖ τήν ζῶσα ἐλευθερία, καί μέσα σ’ αὐτόν τόν προσωρινό κόσμο νά γίνουν ὃλα τά ἀναγκαστικά γεγονότα, πού δέν εἶναι νοητό νά γίνονται στόν κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτι­νότητας.
Ἀφοῦ οἱ νέες ὀντότητες ἄν δέν γεννηθοῦν ἀναγκαστικά δέν εἶναι δυνατό νά ὑπάρχουν γιά νά ρωτηθοῦν ἄν τήν θέλουν τήν ζωή, πρέπει λοιπόν πρῶτα νά γεννηθοῦν ἀναγκαστικά, χωρίς νά ξέρουν καί νά θέλουν, νά τήν ἰδοῦν τήν ζωή, καί μετά νά ρωτηθοῦν ἄν τήν θέλουν τήν ζωή πού ξέρουν. Καί νά ἐνταχθοῦν στήν ζῶσα ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία παντοτινότητα, ἄν θέλουν, καί ὂχι ἀνα­γκαστικά. Καί ἒτσι ἀπό τήν σφαίρα τῆς ἀναγκαστικῆς γέννησης καί ὑπαρκτότητάς τους νά βγοῦν στόν κόσμο τῆς ἐλευθερίας, ὃπως ὁ βλαστός τοῦ φυτοῦ βγαίνει ἀπό τήν σαφαίρα τῆς γῆς. Ἀλλά ἄν τήν θέλουν τήν ζῶσα ἐλευθερία, καί τήν ἒν­ταξή τους στήν ζῶσα παντοτινότητα, πρέπει νά τό ἀποδείξουν ἔμπρακτα, καί ὄχι μέ λόγια. Ἄν λοιπόν τήν θέλουν τήν ζωή, πρέπει νά ταυτισθοῦν μέ τίς χάρες καί τίς χαρές της, νά τίς ἀγαπήσουν, καί νά διαμορφώσουν θετική πρός αὐτές δια­γωγή. Πρέπει δηλαδή νά γίνουν ἄξιοι τῆς ἐλευθερίας. Διότι ἐλευθερία εἶναι ἡ ζῶσα παντοτινότητα, καί ἀναγκαστική ἐλευθερία δέν γίνεται. Εἶναι λοιπόν πολλή σοβαρή, ἡ σκοπιμότητα τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Αὐτοί πού νομίζουν ὃτι μποροῦν νά ἀστειεύονται, νά παίζουν καί νά σαχλαμαρίζουν μέ τήν σοβαρότητά της, τήν χάνουν. Καί ἐπειδή ἡ ἀπώλειά της δέν γίνεται χωρίς ἐνοχή, τό ἀποτέλεσμα δέν εἶναι δυνατό νά μήν εἶναι κόλαση, ἀφοῦ ἡ ἀπώλεια τῆς ἐν ἐλευθερία ζῶσας ἁρμονίας, δέν εἶναι δυνατό νά μήν ἀποδίδει νόημα κόλασης.
Γιά νά ἐνταχθοῦν λοιπόν στήν ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσα παντοτινότητα, οἱ νέες ὀντότητες, πρέπει νά ἔχουν δική τους θελημένη ὑπόσταση καί χαρακτή­ρα. Ἄν δέν ἔχουν δική τους, θελημένη ἀπό τόν ἑαυτό τους ὑπόσταση καί χαρα­κτήρα, δέν θά ἒχουν διαφορά ἀπό τά ἀγάλματα, πού ἄλλοι τά ἔφτιαξαν, καί τά ἔφτιαξαν ὅπως ἐκεῖνοι ἤθελαν. Δέν εἶναι δική τους ἡ ὑπόσταση πού ἔχουν στήν ἐπίγεια ζωή τους, οἱ ἂνθρωποι, ξένη εἶναι, ἀφοῦ χωρίς τήν θέλησή τους ἀνα­γκαστικά γεννήθηκαν μέ αὐτή τους τήν ὑπόσταση, καί μέ ξένη ὑπόσταση πού ἀναγκαστικά τήν ἒχουν δέν μποροῦν νά γίνουν ὄντα στόν κόσμο τῆς ζῶσας ἐν ἐλευθερία παντοτινότητας. Γιά νά γίνουν ὀντότητα στήν ἐν ἐλευθερία καί ἁρ­μονία ζῶσα παντοτινότητα, πρέπει νά ἔχουν δική τους ὑπόσταση. Καί γιά νά μπο­ροῦν νά λένε: εἶμαι, πρέπει νά τήν δημιουργήσουν οἱ ἴδιοι, τήν ὑπόστασή τους.
Μέ αὐτόν τόν προορισμό δημιουργήθηκε λοιπόν ὁλόκληρος ὁ φυσικός κόσ­μος, καί τό εἶδος τοῦ ἀνθρώπου, μέ σκοπό νά ἀποδώσει τό πλῆθος τοῦ ἀνθρώ­που, τό ἂξιο νά ἐνταχθεῖ στήν ζῶσα ἐν ἐλευθερία καί ἀρμονία παντοτινότητα, καί νά ἀντικαταστήσει τό πλῆθος τοῦ σατανᾶ, πού μέ τήν ἰδέα τῆς ὑπεροχῆς (=τῆς περηφάνειας) πού ἐπινόησε καί σύστησε, ἒγινε σατανᾶς καί στοιχεῖο δυσαρμο­νίας, μέσα στόν κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία ὑπαρξιακῆς ἁρμονίας, πού τόν λέμε παράδεισο. Ἀναγκαστικά γεννιέται λοιπόν ὁ ἂνθρωπος, ἀλλά μέ τήν ὅλη ἐπί­γεια δραστηριότητά του δημιουργεῖ τό θελημένο προσωπικό του εἶδος καί ποιόν, ὁ καθένας, ἐπειδή μόνο ἔτσι μπορεῖ νά ἔχει δική της ὑπόσταση μιά ὀντότητα. Χωρίς δική της ὑπόσταση, μέ δοτή καί γι' αὐτό ξένη ὀντότητα, δέν μπορεῖ νά ἐνταχθεῖ στήν ζῶσα παντοτινότητα.
Ὀντότητα χωρίς ὑπόσταση δική της, δηλαδή χωρίς ὑπόσταση καί χαρακτήρα δομημένο ἀπό τόν ἑαυτό της, δέν εἶναι νοητό νά ὑπάρχει στόν κόσμο τῆς ζῶσας καί παντοτινῆς ἐλευθερίας καί ἀρμονίας. Ὁ κόσμος τῆς παντοτινότητας δέν εἶναι κόσμος ὂντων κατασκευασμένων ἀπό ἂλλους, σάν τά ἀγάλματα. Γι’ αὐτό λοιπόν, γιά νά διαμορφώσει ὁ καθένας τήν ὀντότητα του ὅπως αὐτός τήν θέλει καί ἄν θέλει νά γίνει ὀντότητα ἂξια νά ἐνταχθεῖ στόν παμντοτινό κόσμο, δημι­ουργήθηκε ὁ φυσικός κόσμος καί οἱ δυνατότητες τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ ἀν­θρώπου.
Αὐτό πού λένε λοιπόν οἱ ἐπιστημονιστές, ὃτι: «Μέ τήν ἀνάπτυξη τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν κατά τόν Κ΄ αἰῶνα ἀνακαλύφθηκε ὅτι μεταξύ ἐνέργειας καί μάζας ὑπάρχει ὁρισμένη σχέση ἰσοδυναμίας. Ἡ σχέση αὐτή ἀποδείχτηκε μέ τήν θεωρία τῆς σχετικότητας καί διατυπώθηκε μαθηματικά μέ τήν περίφημη ἐξίσωση τοῦ Ἀϊνστάϊν ὡς ἐξῆς: E = m. c2 (Ἐ= ἐνέργεια, m= μάζα, καί c= ταχύτητα φωτός στό κενό).  Ἕνα ἀπό τά συμπεράσματα τῆς θεωρίας τῆς σχετικότητας εἶναι πώς ἡ μάζα μπορεῖ νά μετατραπεῖ σέ ἐνέργεια καί ἡ ἐνέργεια σέ μάζα», ἀποτελεῖ ἀνεπίτρεπτη σέ ἂνθρωπο ἀνοησία.
Ἀποδείχτηκε, λένε, ἀλλά πῶς ἀποδείχθηκε; Θεωρητικά ἀποδείχθηκε. Θαυμά­στε λοιπόν λόγο φιλοσοφικό, λόγο πού τήν θεωρία τήν ἀνάγει σέ ἀπόδειξη. Πῶς λοιπόν ἡ θεωρία γίνεται αὐτό, ἂν ὂχι μέ ἀπατεονιά; Καί τί λέγει ἡ ἀπόδειξη; Λέγει ἀθάνατη τήν ὓλη, ἀφοῦ λέγει ἡ ὓλη γίνεται ἐνέργεια καί ἡ ἐνέργεια γί­νεται ὑλη, ἃρα εἶναι ἂφθαρτη καί ἀθάνατη. Καί ὡς ἀθάνατη, προάγεται σέ θεό­τητα, ἡ ὓλη.
Ἒτσι λοιπόν, αὐτό πού ἡ θεωρία λέγει ὃτι ἡ ὓλη γίνεται ἐνέργεια καί ἡ ἐ­νέργεια γίνεται ὓλη, ἀποτελεῖ ἀναβίωση τῆς εἰδωλολατρείας. Καί μέ τήν μάγκικη ἐξίσωση πού κάνει ὁ Ἀϊνστάϊν, ἡ φιλοσοφία γίνεται ναός εἰδωλολατρείας, μέ ἀρχιερέα του τόν Ἀϊνστάϊν.  
Θεοποιεῖ τήν ὓλη, ὁ Ἀϊνστάϊν, ἀλλά μέ ἀπόδειξη θεωρητική. Ἡ θεωρία ὃμως μπορεῖ ποτέ νά γίνει ἀπόδειξη; Καί τόν Κάντ, πού ἀπαιτεῖ σαφῶς γνωστά καί ἀπτά γεγονότα γιά νά πεισθεῖ καί ὂχι θεωρητικούς συλλογισμούς σάν τούς συλλογισμούς τοῦ Ἀϊνστάϊν, καί τήν φιλοσοφία του Κάντ, πού τήν τιμοῦν κι' αὐτήν, καί τόν ἀνακήρυξαν καί μεγάλο φιλόσοφο, πῶς τόν μηδένισαν, πῶς τόν ἀγνόησαν; Προφανῶς χωρίς νά τό καταλαβαίνουν τόν ἀγνόησαν. Ὁ Κάντ, κα­τηγορεῖ τά συμπεράσματα ὡς ἔργο δικῶν μας συλλογισμῶν, καί γι' αὐτό ἀνυ­πόστατα, καί ὁ Ἀϊνστάϊν μιλάει μόνο μέ θεωρητικά συμπεράσματα καί μέ δικούς του συλλογισμούς, καί ἒτσι ὁ ἓνας διαψεύδει τόν ἂλλο, ἀλλά ἐπειδή ὁ λόγος καί τῶν δύο βολεύει τόν ἀλητισμό τους, τούς δέχθηκαν καί τούς δύο, χωρίς νά ἐξετάσουν τί δέχονται. Καί γι' αὐτό, ἐπειδή βολεύουν τόν ἀλητισμό τους δέχ­θηκαν τούς χωρίς δυνατότητα ἐννοίωσης καί γι' αὐτό ἀνυπόστατους συλλογι­σμούς τοῦ Ἀϊνστάϊν, καί ἒτσι χωρίς νά τό καταλάβουν ἀγνόησαν τόν Κάντ.
Τήν θεωρία τῆς ἐξέλιξης τῶν εἰδῶν γιά νά τήν ἀποδείξουν ἀληθινή, οἱ ἐπιστη­μονιστές, προσπάθησαν νά διδάξουν σέ ἕνα πίθηκο συμπεριφορά ἀνθρώπου. Ὁ πίθηκος δέν ἄντεξε ὅμως τό ψυχολογικό τέντωμα πού τοῦ ἔκαναν καί αὐτοκτό­νησε. Αὐτά τά γράφουν αὐτοί στήν ἐγκυκλοπαίδειά τους. Γιά τήν ἀπόδειξη ὅμως τῆς θεωρίας τῆς σχετικότητας, πού μπορεῖ νά ἀποδειχθεῖ, ἀφοῦ ἡ ὓλη ὑπο­τάσσεται στό θέλημα τοῦ ἀνθρώπου καί δέν μπορεῖ νά αὐτοκτονήσει, δέν ἔκα­ναν τίποτα.
Ἡ ἀπατεωνιά τους εἶναι λοιπόν καταφανής: Τήν θεωρία τους, πού εἶναι φαν­ταστική καί δέν ἐννοιώνεται, ἀφοῦ εἶναι ἄσχετη μέ τήν πραγματικότητα, τήν προ­βάλουν ὡς ἀπόδειξη, καί τό προερχόμενο ἀπό τούς δικούς τους συλλο­γισμούς συμπέρασμα, τό προβάλουν ὡς γνώση. Τήν γνώμη τους τήν προάγουν σέ γνώ­ση.  Ἂν αὐτό δέν εἶναι ἀπατεονιά, τί ἂλλο μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἀπατεονιά;
Ἡ «περίφημη» αὐτή ἐξίσωση τοῦ Ἀϊνστάϊν, στό πρῶτο μέρος της δέν εἶναι ὅ­μως τίποτα περισσότερο καί τίποτα λιγότερο ἀπό φωτογραφία τῆς ἔκρηξης. Ἀλ­λά πολύ μάγκικα διατυπωμένη καί πολύ ἀπατεονικά γαρνιρισμένη. Προφανῶς γιά νά ἐπικαλύψει καί νά δικαιολογίσει τό ἀνόητο συμπέρασμα ὅτι ἡ μάζα γίνε­ται ἐνέργεια καί ἡ ἐνέργεια ξαναγίνεται μάζα. Καί ἔτσι ἔμμεσα νά ἀναγνωρίσει στήν ὕλη γνώση ἀθανασίας, καί μέ αὐτή τήν γνώση οὐσία τῆς ὑπαρξιακῆς παν­τοτινότητας, πού μεταβάλεται ἀλλά δέν φθείρεται καί ἒτσι κυριαρχεῖ ἐπί τῆς φθορᾶς. Ἡ ἀναγνώριση τῆς ὓλης ὡς οὐσία τοῦ ὑπάρχειν παντοτινή καί ἂφθαρτη, τήν θεοποιεῖ τήν ὓλη. Προϋπόθεση τῆς ὑπαρξιακῆς παντοτινότητας εἶναι ὃμως οἱ ἀπόλυτες γνώσεις τοῦ ὑπάρχειν καί τῆς ὑπαρξιακῆς ἐλευθερίας, καί τῆς δι' αὐ­τῶν παντοδυναμίας. Ἒχει τέτοιες γνώσεις ἡ ὓλη; πού αὐτή ἀγνοεῖ ἀκόμα καί τόν ἑαυτό της.
Ἡ δυναμίτιδα εἶναι ψυχρή ὑλική μάζα. Ὅταν ἐκραγεῖ, βεβαίως γίνεται θερ­μότητα. Ἀλλά τήν θερμότητα, πού εἶναι ἀπόδειξη τῆς καταστροφῆς τοῦ σώματος πού σ' αὐτό παράγεται, καί ἐδῶ τῆς καταστροφῆς τοῦ σώματος τῆς δυναμίτιδας, μόνο ἠλίθιοι μποροῦν νά τήν λένε «ἐνέργεια». Ἡ θερμότητα παράγεται ἀπό τήν ἀποσύνθεση τῶν ὑλικῶν καί ὑλιγενῶν σωμάτων, καί ἀντιστοιχεῖ μέ τόν πυρετό πού ἀποσυνθέτει τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου. Καί αὐτό τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀποσύν­θεσης τό λένε, «ἐνέργεια».
Ἡ ἐξίσωση τοῦ Ἀϊνστάϊν ἰσχύει κατά τό πρῶτο μέρος της, ἀφοῦ τό ψυχρό ὑλικό σῶμα τῆς δυναμίτιδας γίνεται θερμότητα. Ἀλλά θερμότητα τήν κάνει ἡ ἒκρηξη, πού καταστρέφει τό σῶμα τῆς δυναμίτιδας. Καί ἡ θερμότητα πού παρά­γεται ἀπό τήν ἒκρηξη, διαχέεται καί ἐξαφανίζεται στόν χῶρο. Αὐτό λοιπόν τό ἀ­ποτέλεσμα τῆς ἔκρηξης, ἡ θερμότητα καί ἡ λάμψη πού προῆλθαν ἀπό τήν κατα­στροφή τοῦ σώματος τῆς δυναμίτιδας καί διαχύθηκαν καί χάθηκαν στήν ἀτμό­σφαιρα, εἶναι δυνατό νά ξαναγίνει μάζα δυναμίτιδας; Ἒ, εἶναι δυνατό; Ποιά τεχνολογία μπορεῖ στό ἀποτέλεσμα τῆς ἒκρηξης τῆς δυναμίτιδας νά ξαναδώσει τήν ψυχρή ὑλική μορφή πού εἶχε πρίν τήν ἒκρηξή της; Καί ποιός μέ κοινό νοῦ ἂνθρωπος μπορεῖ νά δεχθεῖ κάτι τέτοιο, χωρίς νά πάσχει ἀπό σατανική πονηρία; 
Ἡ μάζα τῆς δυναμίτιδας γίνεται λοιπόν θερμότητα, ὂχι ἐνέργεια, ἀλλ' αὐτή ἡ θερμότητα δέν ξαναγίνεται μάζα δυναμίτιδας.
Ἡ ψυχρή μάζα τῆς δυναμίτιδας, βεβαίως ἀρχικά, στόν καιρό τῆς κοσμογονίας εἶχε φλόγινο εἶδος, ὃπως καί ὃλα τά ἀπό τό φυσικό σύστημα τῆς ἀναπαραγω­γῆς προερχόμενα σωμάτια τῆς ὕλης. Ἀλλά μάζα ψυχρική τήν ἔκανε ἡ φυσική ψυχροδομική ἀγωγή, πού στοιχείωσε ὃλα τά εἲδη τῆς ὓλης. Τήν ἀγωγή τήν σύ­στησε ἡ γνώση καί ἡ δύναμη τῆς Ζῶσας Ἐλευθερίας, ἡ θεία ἰδιότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τήν σύστησε ὅμως, ὅπως σύστησε καί τόν ἄνθρωπο, μέ σκοπό προ­κα­θορισμένο. Ἡ ψυχροδομική ἀγωγή συμπίεσε τόν χρωμοθερμικό ὂγκο τῆς φλό­γινης μορφῆς πού εἶχαν τά σωμάτια τῆς ὓλης κατά τόν χρόνο τῆς ἀνα­παρα­γωγῆς τους, γιά νά τά ἐντάξει σέ συστήματα συνοχῆς, γεγονός πού ἀπέ­δωσε τά στοιχεῖα τῆς ὓλης, καί τήν θερμότητά τους τήν περιόρισε στό σῶμα τῶν στοι­χείων τῆς ὓλης, καί ὁ περιορισμός τῆς θερμότητας ἀπέδωσε τό ἰδίωμα τοῦ ψύχους.
Ἡ ἔκρηξη ἁπλᾶ ἐλευθερώνει τόν συμπιεσμένο καί περιορισμένο ὄγκο τῆς χρωμοθερμίας, πού περικλείεται στήν ψυχρή μάζα τῶν στοιχείων τῆς ὓλης, καί τόν ἐπαναφέρει στό ἀρχικό φλόγινο εἶδος καί μέγεθός του. Εἶναι ὅμως ἔργο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἔκρηξη. Εἶναι ἔργο θελημένο καί βίαιο, καί ἀποσυνθέτει τήν ψυχρική δομή τῆς μάζας. Εἶναι ἔργο ἂσχετο μέ τό νόημα τῆς κατεργασίας, ἒργο καταστροφικό καί ὄχι δημιουργικό, ὅπως καί ὅλα τά ἄλλα ἔργα τοῦ ἀνθρώπου τά βίαια, καί τό ἀποτέλεσμα τῆς καταστροφῆς δέν ἐπανορθώνεται συστηματικά καί μηχανιστικά, χωρίς τήν ἂνωθεν θεία ἐπέμβαση.
Τό μόνο δημιουργικό ἔργο πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος στήν ἐπίγεια ζωή του εἶναι ἡ διάπλαση τοῦ εἰδικοῦ χαρακτήρα τῆς δικῆς του παντοτινῆς ὀντότητας. Καί ἐπειδή, ἡ καταστροφή πού μέ τήν ἔκρηξη ἐπιβάλλει ὁ ἄνθρωπος στήν φυσική δομή τῆς μάζας τῆς δυναμίτιδας, καί τῆς κάθε μάζας πού μέ ὁποιον­δήποτε τρόπο τήν μετατρέπει σέ θερμότητα καί τήν καταστρέφει, εἶναι ἔργο τῆς ἐλεύθερης θέλησης τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι φθορά παντοτινή καί ἀνεπανόρθωτη. Τά φυσικά συστήματα δέν τήν ἐπανορθώνουν. Ἐπειδή εἶναι θελημένο ἒργο, δέν ἀνατρέπεται συστηματηματικά, δηλαδή αὐτόματα. Μόνο ὁ Χριστός, ὁ καί δημι­ουργός του φυσικοῦ κόσμου μπορεῖ νά τό ἀνατρέψει τό ἒργο τῆς φθορᾶς. Ἀνα­τρέπεται αὐτόματα, χωρίς τήν παρέμβαση κανενός καί ξαναγίνεται σῶμα δυναμί­τιδας, ὃπως ἦταν πρίν τήν ἒκρηξη, λέγει ὃμως ὁ Ἀϊνστάϊν, ἀφοῦ λέγει ὃτι ἡ θερ­μότητα πού προῆλθε ἀπό τήν καταστροφή τοῦ σώματος τῆς δυναμίτιδας μπορεῖ νά ξαναγίνει σῶμα δυναμίτιδας. Προφανῶς γιά νά δηλώσει τήν ἀνοησία του, ἀφοῦ δέν μᾶς λέγει μέ ποιό τρόπο καί μέ ἐξέλιξη μπορεῖ αὐτό νά γίνει.
Ἡ μάζα τῆς δυναμίτιδας πού ἔχει ἐκραγεῖ καί διαχυθεῖ καί χαθεῖ στόν χῶρο, δέν ξαναγίνεται μάζα δυναμίτιδας. Τό περί τῆς ἀφθαρσίας τῆς ὕλης συμπέρασμα τῆς θεωρίας τοῦ Ἀϊνστάϊν, πού λέγει ὅτι «ἡ μάζα γίνεται ἐνέργεια καί ἡ ἐ­νέργεια μάζα», εἶναι μιά ἀνοησία, μάγκικα ὃμως διατυπωμένη, ἀφοῦ μέ φρασε­ολογικές ταχυδακτυλουργίες ἀναγνωρίζει ἀθανασία καί παντοδυναμία στήν ὕλη, καί ἒτσι τήν θεοποιεῖ. Ἀλλά μέ αὐτή τήν μαγκιά του ἐξαπατᾶ μόνο τούς ἠλίθιους προοδευτικούς. Αὐτούς, ἡ περηφάνεια, ἀπό τήν ὁποία πάσχουν, τούς ἐπιβάλει ἀντίστοιχη ἠλιθιότητα, καί λόγω τῆς ἠλιθιότητάς τους νομίζουν ὃτι εἶναι προο­δευτικοί καί καυχῶνται, ὃπως ἀπό ἠλιθιότητα καυχιέται καί ὁ τρελός, ὃταν λέγει ὃτι εἶναι Μέγας Ἀλέξανδρος.
Ἡ ὕλη δέν ἔχει γνώση δική της· δέν ἔχει ζωή, δέν ἔχει ἐλευθερία. Εἶναι εἶδος κατώτερο καί ἀπό τό φυτό. Ὑπάρχει, ἀλλά ἀναγκαστικά ἔγινε, ἀναγκαστικά κι­νεῖται, ἀφοῦ δέν μπορεῖ νά σταμματίσει ὃποτε θέλει καί νά ξεκινήσει ὃποτε θέ­λει, ἐνῶ αὐτό μπορεῖ νά τό κάνει ἀκόμα καί τό σκουλίκι, πού σέρνεται μέσα στήν λάσπη. Καί ἡ ὑπαρξιακή χρησιμότητα τῆς ὓλης εἶναι ἀπολύτως προσωρινή. Ὅλος ὁ ὑλικός καί ὑλιγενής φυσικός κόσμος, δημιουργήθηκε γιά νά γίνει φυτώριο νέων ὄντων. Δηλαδή ἒγινε μέ προσωρινό προορισμό, καί ὃταν ὁλοκληρωθεῖ ὁ προορισμός του, θά καταργηθεῖ, ὃπως καταργεῖται τό φυτώριο πού σέ μιά ἂκρη τοῦ περιβολιοῦ του κάνει ὁ περιβολάρης, γιά νά φτιάξει τά νέα φυτάρια, πού μέ αὐτά θά ἀντικαταστήσει τά κατεστραμμένα παλιά δέντρα του, καί ὃταν αὐτό γίνει τό καταργεῖ τό φυτώριό του.
Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ προορισμός τοῦ φυσικοῦ κόσμου: Μέ τό πλῆθος τοῦ ἐπιτυχημένου στήν ἐπίγεια ζωή ἀνθρώπου, θά ἀντικατασταθεῖ τό πλῆθος τοῦ σατανᾶ, πού ἒχασε τήν ὑπαρξιακή ἁρμονία του καί ἒγινε στοιχεῖο δυσαρμονίας, στόν κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἀρμονία ζῶσας παντοτινότητας. Καί ὅπως τό πλῆθος τῶν φυτικῶν καί τῶν ζωικῶν σωμάτων προέρχεται ἀπό ἀναπαραγωγή τοῦ εἲδους τους, ἔτσι καί τό πλῆθος τῶν πρωτογενῶν σωματίων ὅλων τῶν εἰ­δῶν τῆς ὕλης, προῆλθε κι’ αὐτό ἀπό φυσικό σύστημα ἀναπαραγωγῆς τοῦ εἴδους τους. Ἡ ἀνάπτυξη τοῦ μικροῦ κατά τήν ἀναπαραγωγή σώματος τῶν σωματίων, γι­νόταν μέ ἀνάπτυξη τοῦ χρώματος, σάν τήν ἀνάπτυξη τοῦ σκελετοῦ τῶν ζώων, καί τῆς θερμότητας, σάν τήν ἀνάπτυξη τῆς σάρκας.
Ὑπόσταση λοιπόν τῶν ἀναπαραγόμενων σωματίων τῆς ὕλης, πού ἀντιστοιχεῖ μέ τόν σκελετό καί τήν σάρκα τῶν ἀναπαραγόμενων ζωικῶν σωμάτων, ἦταν τό χρῶμα καί ἡ θερμότητα. Ἡ ἀνάπτυξη τοῦ κατά τήν ἀναπαραγωγή τους μικροῦ ὂ­γκου τῶν σωματίων, γινόταν μέ αὒξηση τοῦ χρωμοθερμικοῦ ὂγκου τους. Καί ἡ ὁλοκλήρωση τῆς ἀνάπτυξης τοῦ χρωμοθερμικοῦ ὂγκου τους, προσέδωσε στά σωμάτια τῆς ὓλης τό εἶδος τῆς φλόγας, ἡ δέ ἀνάπτυξη τοῦ πλήθους τους ἀπέδωσε φλόγινα νεφώματα, μικρά καί μεγάλα, διάσπαρτα στόν χῶρο. Καί ἡ συμπύκνωση καί ψύξη τῆς ὓλης τῶν φλόγινων νεφωμάτων ἀπέδωσε τίς σφαίρες τῶν ἂστρων καί τῆς γῆς.
Ἡ μορφή τῆς φλόγας εἶναι λοιπόν τό πρωτογενές εἶδος τῶν σωματίων τῆς ὕλης, μέ σκελετό τους τίς διάφορες ἀποχρώσεις, καί σάρκα τους τήν θερμότητα. Καί ἔτσι ὅταν συμπληρώθηκε τό μέ ἀναπαραγωγή αὐξανόμενο πλῆθος τῶν σω­ματίων τῆς ὕλης, ἀπέδωσε τούς σχηματισμούς τῶν φλόγινων νεφωμάτων καί ... ἐγένετο φῶς.
Ἡ μέθοδος παραγωγῆς θερμότητας μέ ἒκρηξη ἢ μέ καύση, ἁπλῶς ἐπαναφέρει τήν ὓλη στήν ἀρχική χρωμοθερμική, δηλαδή φλόγινή τους κατάσταση. Καί ὃπως τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ὁ θάνατος τό ἐπαναφέρει στήν ἀρχική του κατάσταση καί γίνεται χῶμα, ἀλλά αὐτό τό χῶμα δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει σῶμα ζωντανοῦ ἀνθρώπου, ἒτσι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἒκρηξης τῆς δυναμίτιδας πού ἒγινε θερμό­τητα, δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει σῶμα δυναμίτιδας.
Προτοῦ γίνει τό φῶς, σκοτεινή καί ἄδεια, δηλαδή χωρίς ὕλη, ἦταν ἡ ἔκταση τοῦ ὑπό περιορισμό σύμπαντος χῶρου.  Αὐτό λοιπόν τό φλόγινο καί γι' αὐτό θερμοδιαστολικό μέγεθος τῶν σωματίων τῆς ὕλης, ἡ ψυχροσυστολική καί γι' αὐτό καί ψυχροδομική ἀγωγή τῆς ὓλης, γιά νά τό ἐντάξει σέ συστήματα συνο­χῆς, μέ καταναγκάζουσα γνώση καί δύναμη, τό συμπίεσε τόσο πολύ, πού τό ἀφάνισε μέσα στήν στοιχειακή δομή τῆς μάζας, καί ἡ μάζα προσέλαβε ψυχρική μορφή. Γι’ αὐτό λοιπόν ἡ κάθε μορφῆς ἀποσύνθεση τῆς  στοιχιακῆς δομῆς τῆς μάζας, μέ ὅποιο τρόπο καί ἄν γίνεται, μέ ἒκρηξη, ἢ μέ ἀνάφλεξη ἢ καί μέ τριβή, ἀποδίδει θερμότητα. Ἀποσυνθέτει ὃμως τήν στοιχειακή δομή τῆς μάζας καί τήν καταστρέφει Καί ἡ καταστροφή εἶναι ἀνεπανόρθωτη. Εἶναι δέ ἀνεπανόρθωτη, ἡ καταστροφή, ἐπειδή τά εἲδη τῆς ὓλης δέν ἒχουν ὑπαρξιακό προορισμό, καί ὁ φυ­σικός κόσμος εἶναι προσωρινός, προσωρινή εἶναι καί ἡ ἀποστολή τῆς στοι­χειακῆς μορφῆς τῆς ὓλης, καί στό τέλος τοῦ φυσικοῦ κόσμου θά ἀποσυντεθεῖ καί θά συστήσει τήν λίμνη τοῦ πυρός, τήν κόλαση, πού θά δεχθεῖ αὐτούς πού τήν θεποποίησαν τήν ὓλη.
Ἀκόμα καί ἡ φθορά τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου, γίνεται μέ αὔξηση τῆς θερ­μότητας, πού λέγεται πυρετός. Γι' αὐτό λοιπόν ἡ αὒξηση τῆς θερμότητας ἀποτελεῖ τήν κυριότερη ἒνδειξη ἐξελισόμενης φθορᾶς, πού ἀλλιῶς θά γινόταν γνωστή μόνο μετά τήν ὀλοκλήρωση τῆς καταστροφῆς. Ἐνῶ ἒτσι ὃπως γίνεται σήμερα καί μέ τήν παρουσία τῆς θερμότητας γίνεται άντιληπτή ἡ ἐπερχόμενη καταστροφή, ἒχει θεραπευτική σκοπιμότητα. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ πυρετοῦ στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, βεβαιώνει ἀπειλή φθορᾶς, καί  ἐπιβάλει τήν ἒγκαιρη λήψη μέτρων γιά τήν ἀποφυγή τῆς καταστροφῆς. Συμβαίνει λοιπόν τό ἲδιο καί μέ τόν πυρετό τοῦ πλα­νήτη μας, πού τόν λένε «φαινόμενο θερμοκηπίου». Δηλαδή φαινόμενο πού βαιώνει τήν ἐπικείμενη ὁλοκλήρωση τῆς φθορᾶς τοῦ πλανήτη μας. Καί ἡ γενί­κευση τῆς φθορᾶς πού γίνεται καί πού ἐντείνεται μέ τήν δικαιολογία τῆς παρα­γωγῆς ἐνέργειας, βεβαιώνει τήν πρός τό τέλος φορά τοῦ φυσικοῦ κόσμου μή ἐπιστρέψιμη.
Αὐτό ἐννοεῖ καί ὁ Χριστός μέ τήν παραβολή πού λέγει: «Ἀπό δέ τῆς συκῆς μάθετε τήν παραβολήν.Ὃταν ἢδη ὁ κλάδος αὐτῆς γένηται ἀπαλός καί τά φύλλα ἐκφύη, γινώσκεται ὃτι ἐγγύς τό θέρος»  (Μτθ. 24. 32)
Ὃταν ἰδεῖτε λέγει τά κλαδιά τῆς συκιᾶς νά μπουμπουκιάζουν, καταλαβαίνεται ὃτι κοντά εἶναι τό καλοκαίρι. Τά «μπουμπούκια» τῆς παραβολῆς, πού παραβά­λονται μέ μπουμπούκια συκιᾶς, καί πού μαρτυροῦν τήν ἀπειλή τῆς μέ φωτιά καταστροφῆς τοῦ φυσικοῦ κόσμου, ἂρχισαν πλέον νά βγάζουν φύλλα. Εἶναι τά σπίρτα, οἱ πολῶν εἰδῶν ἀναπτῆρες, τά ἠλεκτρικά συστήματα πού πυροδοτοῦν πο­λύ εὒκολα τήν κάθε εἲδους ἀνάφλεξη, καί κυρίως τό γεγονός τοῦ Τσερνόμπιλ, ὃπου ἂρχισαν νά καίγονται τά μέταλλα.
Ἡ μετατροπή τῆς ψυχρῆς ὕλης σέ θερμότητα, ἀπό ἀνοησία λέγεται λοιπόν παραγωγή ἐνέργειας. Διότι κάνει στίς δομές τῶν στοιχείων τῆς ὕλης καί τοῦ φυσικοῦ κόσμου, αὐτό ἀκριβῶς πού κάνει καί ὁ πυρετός στό σῶμα τοῦ ἀν­θρώπου. Καί ὅπως τό ἀνέβασμα τοῦ πυρετοῦ στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου αὐξάνει τόν κίνδυνο τοῦ θανάτου, ἔτσι καί ἡ αὔξηση τῆς θερμότητας ἀπάνω στήν γῆ, βε­βαιώνει ὃτι ὁ κόσμος μας ὁδηγεῖται πλέον στήν διά πυρός καταστροφή του, μέ ὁδηγό τήν θεοποιημένη τεχνολογία. Τό γεγονός αὐτό τό βεβαιώνει καί ὁ ἀπό­στολος Πέτρος στήν Β΄ ἐπιστολή του, πού Λέγει: «...ἐν ἧ οὐρανοί ροιζηδόν πα­ρελεύσονται, στοιχεῖα δέ καυσούμενα λυθήσονται, καί γῆ καί τά ἐν αὐτῆ ἒργα κατακαήσεται» (Β' Πέτρου γ' 10). Δέν θά μείνει λοιπόν τίποτα ἀπό τά ἒργα τῆς τεχνολογίας, πού τόν προοδευτικά ἠλίθιο τόν κάνουν νά αὐθαδιάζει κατά τῆς φύσης, καί νά καυχιέται.
Ἡ τεχνολογία καί ἡ ἐπιστήμη, πού ἀποτελοῦν τό καύχημα τῶν «προοδευ­τι­κῶν», κάνουν λοιπόν αὐτό ἀκριβῶς πού κάνουν τά παθογόνα μικρόβια στό σῶ­μα τοῦ ἀνθρώπου. Καί ὁδηγοῦν στήν καταστροφή ὄχι μόνο τόν πλανήτη μας, ἀλλά ὁλόκληρο τόν φυσικό κόσμο, διότι ὁ πλανήτης μας δέν εἶναι ἀνεξάρτητος, εἶναι κεντρική σέ ἀξία μονάδα ἐνταγμένη στό σύστημα συνοχῆς τοῦ Σύμπαντος, καί ἡ καταστροφή του θά καταστρέψει ὃλο τό σύστημα, ὃπως ὃταν καταστραφεῖ ἓνα γρανάζι μιᾶς μηχανῆς, καταστρέφεται ἡ συστηματικότητά της καί ἀχρηστεύε­ται ὁλόκληρη.
Τό σύνολο τῆς ὕλης, καί τοῦ φυσικοῦ κόσμου, κατασκευάστηκε λοιπόν, γιά νά συστήσει ἕνα τόπο προσωρινό, ἔξω ἀπό τόν κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἁρμο­νία ζῶσας παντοτινότητας, τόπο διαφορετικό ἀπό τόν παντοτινό κόσμο, γιά νά γίνει ὁ τόπος αὐτός φυτώριο τῶν νέων ὄντων, πού θά ἀντικαταστήσουν τό πλῆ­θος τοῦ σατανᾶ, πού ξέπεσε καί ἒχασε τήν ὑπαρξιακή ἁρμονία του. Κατασκευά­σθηκε δέ ἒξω ἀπό τόν κόσμο τῆς ἐμ ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτινό­τητας, ἐπειδή τά νέα ὄντα μόνο ἀναγκαστικά μποροῦν νά γεννηθοῦν, γιά νά ρωτηθοῦν ἂν τήν θέλουν τήν ζωή. Πῶς θά ρωτηθοῦν ἄν τήν θέλουν τήν ζωή, πού δέν τήν ξέρουν, ἀφοῦ προτοῦ γεννηθοῦν δέν ὑπάρχουν; Ἡ ἒνταξη ὃμως στήν παντοτινή ζωή προϋποθέτει τήν ἐλεύθερη θέληση καί συγκατάθεση τῆς πρό τῆς ἒνταξης ὀντότητας. Γι’ αὐτό λοιπόν πρέπει πρῶτα νά γεννηθοῦν ἀναγκαστικά, τά νέα ὂντα, νά τήν ἰδοῦν τήν ζωή, νά τήν ξέρουν, καί μετά νά ρωτηθοῦν ἄν τήν θέλουν. Καί ἂν τήν θέλουν, νά ἀπαντήσουν ἒμπρακτα, διαπλάθοντας ἀξιοσύνη ἐλευθερίας στήν ἐπίγεια ζωή τους καί ἒτσι νά ἐνταχθοῦν στήν ζῶσα παντο­τινότητα, ἐπειδή ἡ ζωή εἶναι γνώση ἐλευθερίας, καί ἐλευθερία ἀναγκαστική δέν γίνεται.
Γεγονότα ὃμως ἀναγκαστικά, ὃπως ἡ γέννηση τοῦ ἀνθρώπου, δέν γίνονται καί δέν εἶναι νοητό νά γίνονται, μέσα στόν κόσμο τῆς ἀπόλυτης ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτινότητας. Γι’ αὐτό λοιπόν κατασκευάστηκε προσωρινός, ὁ φυσικός κόσμος, γιά νά γίνουν μέσα σ’ αὐτόν ὅλα τά ἀναγκαστικά γεγονότα, πού δέν εἶναι νοητό νά γίνονται στόν κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτινότητας.
Γιά νά ἐνταχθοῦν λοιπόν στήν ζῶσα παντοτινότητα, οἱ νέες ὀντότητες, πρέπει νά ἔχουν ὑπόσταση θελημένη, κατασκευασμένη ἀπό τούς ἲδιους, γιά νά εἶναι δική τους ὑπόσταση, καί νά ἒχουν καί χαρακτήρα κατασκευασμένο ἀπό τούς ἲδιους, γιά νά γίνουν ζῶσα ὀντότητα, καί μέ τήν ἐπίγεια ζωή τους νά ἐπιδείξουν ἀξιοσύνη γιά τήν πρόσληψη ὑπαρξιακῆς ἐλευθερίας. Ἄν δέν ἔχουν θελημένη ὑπόσταση καί δικό τους θελημένο χαρακτήρα, θά εἶναι ἀγάλματα πού ἄλλοι τά ἔφτιαξαν, καί δέν μποροῦν νά ἒχουν ζωή. Ἀναγκαστική ζωή ὃπως καί ἀναγκα­στική ἐλευθερία δέν γίνεται, ἐπειδή ἡ ζωή εἶναι ἀποτέλεσμα ἐφαρμογῆς τῆς ἐ­λευθερίας.
Ἡ ἐπίγεια ὑπόσταση του ἀνθρώπου δέν εἶναι δική του, ἀφοῦ ἀναγκαστικά τοῦ τήν δώσανε. Ξένη εἶναι καί μέ ξένη ὑπόσταση δέν μπορεῖ νά ἒχει δική του ὀντό­τητα καί νά ἐνταχθεῖ στήν ζῶσα παντοτινότητα. Γιά νά ἔχει δική του ὑπόσταση καί νά μπορεῖ νά λέγει, εἶμαι, πρέπει νά τήν δημιουργήσει ὁ ἲδιος τήν ὑπόστασή του.
Μέ αὐτόν τόν προορισμό δημιουργήθηκε λοιπόν προσωρινός ὁ φυσικός κό­σμος καί τό εἶδος τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά γεννηθεῖ πρῶτα ἀναγκαστικά, ὁ ἂν­θρωπος, μέ τήν ἐπίγεια ζωή του νά δημιουργήσει αὐτός τήν δική του θελημένη ὑπόσταση, καί μέ τήν δική του ὑπόσταση νά ἐνταχθεῖ στήν ζῶσα παντοτινότητα. Ἀναγκαστικά γενιέται, ὁ ἂνθρωπος, ἀλλά ἒχει θέληση δική του, γιά νά μπορεῖ νά δημιουργήσει αὐτός τό προσωπικό του εἶδος καί ποιόν καί χαρακτήρα, ὃπως αὐτός τόν θέλει, ἐπειδή ἔτσι μπορεῖ νά ἔχει δική του ὑπόσταση, καί χωρίς δική του ὑπόσταση δέν μπορεῖ νά γίνει ὀντότητα καί νά ἐνταχθεῖ στήν ζῶσα παν­το­τινότητα. Ὁ κόσμος τῆς ζῶσας παντοτινότητας δέν εἶναι κόσμος ἀγαλμάτων. Εἶ­ναι κόσμος ὂντων μέ ὑπόσταση καί χαρακτήρα δικό τους καί ὂχι δοτό καί ξένο.
Ὀντότητα παντοτινή, χωρίς ὑπόσταση δική της, δηλαδή χωρίς ὑπόσταση δομημένη ἀπό τόν ἑαυτό της, δέν εἶναι νοητή στόν κόσμο τῆς ζῶσας ἐν ἐλευ­θερία καί ἁρμονία παντοτινότητας. Γι’ αὐτό λοιπόν, γιά νά διαμορφώσει ὁ κα­θένας τήν ὀντότητα του ὅπως αὐτός τήν θέλει, δημιουργήθηκε ὁ φυσικός κό­σμος καί οἱ δυνατότητες τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἂν τήν διαμορφώσει ἀρμονική πρός τό ὑπάρχειν, θά ἐνταχθεῖ στήν ἀρμονία τῆς ζῶσας παντοτινό­τητας. Ἂν τήν διαμορφώσει ἂσχετη μέ τίς ἁρμονίες τοῦ ὑπάρχειν, θά ὁδηγήσει τόν ἑαυτό του στόν χῶρο τῆς ἐν δυσαρμονία ὑπάρχειν, μαζί μέ τόν ἐπινοητή τῆς δυσαρμονίας τόν σατανᾶ, καί αὐτός ὁ χῶρος εἶναι ἡ κόλαση, δηλαδή τόπος τῆς ὑπαρξιακῆς δυσαρμονίας. Κόλαση εἶναι ἡ ὑπαρξιακή δυασαρμονία. Ὃταν ὁ ὀδοντόπονος εἶναι ἀνυπόφορος, πόσο μᾶλλον ἀνυπόφορη πρέπει νἀ εἶναι ἡ γενική ὑπαρξιακή δυσαρμονία, καί νά μή συνιστᾶ κόλαση.
Κανένας ὃμως δέν θά πάει στήν κόλαση καταδικασμένος. Ὁ κάθε κολασ­μένος μόνος του καί μέ τήν θέλησή του καί τρέχοντας, θά ὁδηγήσει αὐτός τόν ἑαυτό του στήν κόλαση, ἐπειδή μέ τήν θέλησή του ἐντάσσει τόν ἑαυτό του στήν παράταξη τῶν ἐργαζομένων τήν δυσαρμονία, καί ὑπαρξιακά ἀνάπηρο καί ἂσχετο μέ τίς ἀρμονίες τῆς ζωῆς διαπλάθει αὐτός τήν παντοτινή του ὑπαρξιακή ὑπό­σταση. Ὃπως ἡ ζῶσα ἐλευθερία δέν εἶναι ἀναγκαστική, ἒτσι καί ἡ κόλαση δέν εἶναι ἀναγκαστική. Ἂν κάποιος εἶναι τόσο πολύ ήλίθιος καί δέν καταλα­βαίνει ὃτι τό κακό πού κάνει δέν τό χρεώνεται αὐτός πού τό παθαίνει, ἀλλά αὐτός πού τό κάνει, δέν δικαιοῦτε εἰσιτήριο εἰσόδου στόν κάσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἀρ­μονία ζῶσας παντοτινότητας, στόν παράδεισο. Αὐτός καταδικάζε ὁ ἲδιος τόν ἑ­αυτό του καί τόν ὁδηγεῖ στήν κλολαση
Γιά τήν κάθε πράξη τῆς ἐπίγειας ζωῆς του ὁ καθένας φέρει λοιπόν εὐθύνη. Καί ἡ εὐθύνη δέν εἶναι νομική, εἶναι ὀντογενετική. Καταγράφεται ἡ ἐνοχή στήν ὑπόσταση τῆς ὀντότητάς του, πού μέ τά ἒργα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του αὐτός τήν κτί­ζει τήν ὑπόσταση τῆς παντοτινῆς ὀντότητάς του. Μέ τίς καλές ἢ τίς κακές πράξεις του ὁ καθένας κτίζει καλό ἢ κακό τό εἶδος καί τόν χαρακτήρα τῆς παντοτινῆς ὀντότητάς του. Οἱ πράξεις τῆς ἐπίγειας ζωῆς του εἶναι τά οἰκοδομικά ὑλικά, μέ τά ὁποία τήν κτίζει αὐτός τήν παντοτινή ὀντότητά του, γιά νά τήν ἒχει δική του καί δικές του νά εἶναι καί οἱ χαρές τίς ἐπιτυχίας, καί οἱ ὁδύνες τῆς ἀποτυχίας του.
Τίποτα δέν μπορεῖ ὃμως νά ἐπιτύχει ὁ ἂνθρωπος χωρίς τήν βοήθεια τοῦ Θε­οῦ. Χωρίς τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, μοιάζει μέ ἀρνί ἀνάμεσα σέ λύκους. Γι' αὐτό καί ὁ Χριστός λέγει: «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν».
Γι' αὐτό καί ἡ ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς καί ἡ ἐπίκληση τῆς βοήθειας τοῦ Θεοῦ, εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τήν ἀναγκαιότητα τῆς τροφῆς καί τῆς ἀναπνοῆς του.
Γιάννης Μιχαηλίδης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου