Μοῦ τό εἶπε ἀπόφοιτος τῆς νομικῆς στήν Ἀθήνα, μέ ὓφος χιλίων Μεγαλέξανδρων, νικητῶν εἰσερχομένων θριαμβευτικά στήν πρωτεύουσα τῆς Περσίας.
- Ἡ παρουσία του δηλώνεται παντοῦ. Ὅσα
γίνονται φανερώνουν την ὕπαρξη μιᾶς γνώσεως πάνσοφης καί γι΄αὐτό καί
παντοδύναμης, πού αύτή τά κάνει ὅλα. Με ἄγνοια ἤ από μόνο του τίποτα δέν μπορεῖ νά γίνει Ὅλα
μέ κάποια γνώση γίνονται, και αὐτή την γνώση την ἐννοοῦμε με τον ὅρο Θεός. Ἀπόδειξέ μου ἐσύ τήν ἀνυπαρξία της.
- Οὒτε ἐγώ μπορῶ ν' ἀποδείξω τήν ἀνυπαρξία της, οὒτ' ἐσύ τήν ὓπαρξή της, ἀπάντησε.
- Σέ τέτοια περίπτωση ὃμως ποιά εἶναι ἡ ἐνδεικνυόμενη στόν ἂνθρωπο ἐνέργεια; Ἡ τροπή στήν ἂρνηση, ἡ στήν ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας; Ἡ ἂρνηση μιᾶς σημερινῆς παραδοχῆς, ὕστερα
ἀπό χιλιάδων χρόνων πείρας στήν ἐπίγεια ζωή τοῦ ἀνθρώπου πάνω στην γῆ, προϋποθέτει σαφή ἐπίγνωση τῆς πρός ἂρνησην παραδοχῆς.
Ἂν κάποιος ἀρνεῖται αὐτό πού δεν ξέρει, ἐπειδή δέν τό καταλαβαίνει, τότε τί ἀρνεῖται; Ὃταν ὃμως ἀρνεῖται αὐτο πού δέν καταλαβαίνει, ποτέ δέν θά μάθει κάτι ἀξιόλογο. Ὁ ἂνθρωπος δέν γενιέται μέ γνώσεις. Γεννιέται ἀγνοώντας τά πάντα. Ἀπό τή στιγμή πού γεννήθηκε ὃμως ἀρχίζει νά μαθαίνει, καί μαθαίνει μέχρι νά πεθάνει. «Γηράσκω ἀεί διδασκόμενος» εἶπε ὁ σοφός Σόλων. Ὃταν ὅμως ἀρνιέται τά ὃσα δέν ξέρει, πῶς θά μάθει;
Ὑπάρχει λόγος σοβαρός, πού δέν πρέπει νά εἶναι δυνατή ἡ ἀπόδειξη τῆς ὓπαρξης τοῦ Θεοῦ. Τί πιό εὔκολο στόν καθηγητή νά δώσει
ἕτοιμη τήν λύση τοῦ προβλήματος πού δόθηκε στους σπουδαστές ὅταν γράφουν
διαγώνισμα, καί νά ἀριστεύσουν ὅλοι καί αὐτός νά. ἀποδειχθεῖ ἄξιος δάσκαλος.
Γιατί δέν τό κάνει,λοιπόν;
Βεβαίως γιά νά μή ματαιωθεῖ ὁ σκοπός τοῦ
διαγωνισμοῦ. Ἔτσι ματαιώνεται καί ὁ προορισμός τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου
ὅταν βεβαιωθεῖ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλιῶς τί πιό εὔκολο νά φανερωθεῖ ὁ Θεός
μέ ὅλο τό μεγαλεῖο του καί κανένας νά μή μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει τήν ὕπαρξή
του. Πρέπει ὅμως ὁ καθένας μόνος του νά δημιουργήσει τό ὑπαρξιακό ποιόν καί
μέλλον του, καί αύτό δέν μπορεῖ να γίνει άναγκαστικά, οὔτε ἄλλοι μποροῦν νά
τοῦ τό κάνουν, ἐπειδή τότε θά εἶναι ἔργο ἄλλων, σάν τό ἄγαλμα, δέν θά εἶναι ὁ
ἑαυτός του, θά εἶναι ἄσχετος μέ τήν θέληση τήν δική του καί δέν θά μπορεῖ νά
λέγει ἐγώ. Ἡ ἀναγωγή στην πληρότητα τῆς ζῶσας ἐλευθερίας ἀπαιτεῖ προσωπική και
θελημένη πορεία, και ὄχι μεταφορά μέ καπίστρι, σάν τά σφάγια πρός τό σφαγεῖο.
Κατ' ἀρχήν, ἡ ἀπόδειξη εἶναι τέχνασμα παγίδας. Ζωντανό ἀρνί βάζουν στήν παγίδα πού πρέπει νά πιάσει λεοντάρι. Ἐνῶ στην παγίδα πού πρέπει να πιάσει
λαγό βάζουν λάχανο. Δέν βάζουν λάχανο σέ παγίδα λεονταριοῦ, ἐπειδή τό λάχανο δέν εἶναι ἀπόδειξη τροφῆς άρεστής στό λεοντάρι. Ἀλλά ἂν τό λεοντάρι πεισθεῖ ἀπό την ἀπόδειξη, πιάνεται στήν παγίδα καί ἀπό ἰσχυρότερο θηρίο τῆς ζοῦγκλας πού εἰναι, γίνεται πιό ἀνίσχυρο καί ἀπό τό ἀρνί. Ὁ ἂνθρωπος ὃμως δέν εἶναι θήραμα. Εἶναι ὑποψήφια ὀντότητα παντοτινῆς ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζωῆς. Καί δέν εἶναι δυανατό νά ὁδηγηθεῖ σ' αὐτή τήν ζῶσα ἐλευθερία παγιδευόμενος ἢ παραπειθόμενος ἤ παρασυρόμενος, διότι ἒτσι χάνει τίς προϋποθέσεις τῆς ἐλευθερίας του. Ἡ ἀπόδειξη δέν εἶναι λοιπόν μέθοδος μάθησης,ἀλλά μέθοδος θηρείας, καί γι' αὐτό δέν τήν χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός.
Ὁ ἂνθρωπος εἶναι προορισμένος γιά τήν πληρότητα τῆς ζωῆς. Ἡ ζωή δέν εἶναι ὅμως ἁπλή ὑπαρκτότητα. Πληρότητα ἐλευθερίας εἶναι. Ζωή χωρίς πληρότητα ἐλευθερίας δέν εἶναι νοητή. Ὑπαρκτότητα ἒχουν καί τά ἀγάλματα, ἀλλά δέν ἒχουν καί δέν
μποροῦν νά ἔχουν ζωή. Ἡ ἐλευθερία δέν εἶναι δυνατό νά δοθεῖ ἀναγκαστικά στόν ἄνθρωπο. Ποιά ἐλευθερία μπορεῖ νά δοθεῖ στό ἂγαλμα, καί νά τό κάνει ἐλεύθερο; Ἡ πρόσκτηση τῆς ζῶσας ἐλευθερίας προϋποθέτει ὀντότητα αὐτοσύστατη, αὐτοπρόσωπη, καί ἂξια τῆς ἐλευθερίας.
Αὐτός εἶναι λοιπόν ὁ προορισμός τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου: ἡ σύσταση ἀπό τόν ἲδιο τῆς παντοτινῆς ὀντότητάς του, ἐπειδή μέ ἑτεροσύστατη ὀντότητα δέν μπορεῖ νά λέγει «ἐγώ». Ἑτεροσύστατη ὀντότητα ἒχουν τά ἀγάλματα. Δέν ἒχουν ὃμως καί δέν μποροῦν νά ἒχουν ζῶσα ἐλευθερία. Γιά νά μήν ἐξομοιωθεῖ μέ τά ἀγάλματα, ὁ ἂνθρωπος, πρέπει λοιπόν νά τήν ἒχει αὐτοσύστατη καί ἂξια ἐλευθερίας τήν ὀντότητά του. Καί αὐτός εἶναι ὁ προορισμός τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Ἡ προσωρινή ἐλευθερία, πού ἒχει στήν ἐπίγεια ζωή του, ὁ ἂνθρωπος, τοῦ δόθηκε λοιπόν σάν ἐργαλεῖο, γιά νά τό δουλέψει καί μέ αὐτό νά τήν διαπλάσει αὐτός τήν παντοτινή ὀντότητά του, ἂξια τῆς πλήρους καί ζῶσας καί παντοτινῆς ἐλευθερίας, ἐπειδή ἀναγκαστική ἐλευθερία δέν γίνεται.
Τήν πληρότητα τῆς ἐλευθερίας του, δέν μπορεῖ νά τήν δημιουργήσει ἠ να την ἀγοράσει. Γιά νά τήν ἀποκτήσει, πρέπει νά τοῦ τήν δώσουν. Ἀλλά δέν εἶναι δυνατό νά τοῦ τήν δώσουν ἀναγκαστικά, ἐπειδή ἐλευθερία εἶναι, καί ἀναγκαστική ἐλευθερία δέν γίνεται. Γι' αὐτό πρέπει νά τήν ἀναζητήσει ἐπίμονα, τήν ζῶσα ἐλευθερία, καί μέ τήν ἐπίγεια διαγωγή του νά ἀποδείξει τόν ἑαυτό του ἂξιό της, γιά νά τοῦ τήν δώσουν.
Προορισμός τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι λοιπόν ἡ δημιουργία τῆς ἂξιας γιά τήν πληρότητα τῆς ἐλευθερίας παντοτινῆς ὀντότητάς του. Καί τήν δημιουργεῖ μέ τά ἒργα του, στήν γι' αὐτό προσωρινή ἐπίγεια ζωή του. Τά ἒργα του ὃμως καλά ἢ κακά, ἐπειδή εἶναι ἒργα ὀντογενετικά καί ἒχουν παντοτινές καλές ἢ κακές συνέπειες, πρέπει νά εἶναι ἒργα τῆς δικῆς του ἐλεύθερης θέλησης, γιά νά εἶναι δικά του, καί δικές του νά εἰναι καί οἱ συνέπειές τους. Γι' αὐτό λοιπόν κάθε προσβολή τῆς ἐλεύθερης θέλησης τοῦ ἀνθρώπου, ματαιώνει πάραυτα τόν προορισμό τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ὃπως ματαιώνει καί τό ἓργο τῶν διαγωνισμῶν στά σχολεῖα ἡ κοινοποίηση στούς μαθητές τῆς σωστῆς λύσης τοῦ προβλήματος πού τούς δόθηκε νά γράψουν.
Γι' αὐτό λοιπόν δέν εἶναι ἐπιτρεπτή ἡ ἀπόδειξη τῆς ὓπαρξης τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή ἡ ἀπόδειξη θά καταργήσει ἂμεσα τήν προσωρινή ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, καί χωρίς αὐτήν δέν θά εἶναι δυνατή πλέον ἡ βεβαίωση τῆς ἀξιοσύνης του, πού εἶναι προϋπόθεση τῆς προαγωγῆς του στήν πληρότητα τῆς ἐλευθερίας. Χωρίς ἀπόδειξη ἀξιοσύνης δέν θά προαχθεῖ ὁ μέν σπουδαστής σέ ἀνώτερη σχολική τάξη, ὁ δέ ἂνθρωπος στήν πληρότητα τῆς ζῶσας ἐλευθερίας, ἐπειδή ἀναγκαστική ἐλευθερία δέν γίνεται. Κι' ἂν κάποιος ἒκανε καί κακή χρήση τῆς προσωρινῆς ἐλευθερίας πού τοῦ δόθηκε, θά πάθει αὐτό πού παθαίνει ὁ καθένας ὃταν κάνει κακή χρήση τοῦ δανεισμένου χρηματικοῦ κεφαλαίου καί ἀντί νά ἒχει κέρδος μένει καί χρεομένος.
Γι' αὐτό ἦρθε στόν ἐπίγειο κόσμο μέ μορφή ταπεινοῦ ἀνθρώπου, ὁ δημιουργός του, ὁ Χριστός, γιά νά μή θιγεί ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, πού Αὐτός τοῦ τήν ἒδωσε, καί ματαιωθεῖ ὁ προορισμός τῆς ἐπίγειας ζωῆς του.
Ἡ δυνατότητα πού ἒχουν οἱ ἂνθρωποι νά ἀμφισβητοῦν τήν ὓπαρξη τοῦ Θεοῦ, ἀντί νά τήν ἀναζητοῦν, δέν εἶναι ὅμως μόνο ἐκφραση τῆς ἐλευθερίας πού ἒχουν, ἀλλά ἐπί πλέον εἶναι καί μέρος πολλαπλοῦ κόσκινου, πού κοσκινίζει ἀποτελεσματικά, καί διαχωρίζει τούς ἂξιους ἀπό τούς ἀνάξιους, γιά νά μή περάσει στόν κόσμο τῆς παντοτινότητας κανένας μέ ἀρνητικές διαθέσεις, καί ἐπαναληφθεῖ ἡ τύπου Ἑωσφόρου ἀποστασία. Ὃταν λοιπόν κάποιος λέγει: Ἀπόδειξέ μου τήν ὓπαρξη τοῦ Θεοῦ γιά νά πιστέψω, κάνει αὐτό πού θα ἔκαμνε το ποντίκι ἄν ζητοῦσε νά τοῦ δείξουν τό δόλωμα τῆς ποντικοπαγίδας.
Προϋπόθεση τῆς μάθησης εἶναι ἡ παραδοχή τῆς ἂγνοιας. Ἡ παραδοχή τῆς ἂγνοιας πληγώνει ὃμως τήν περηφάνεια τοῦ ἀνόητου ἀνθρώπου. Ἡ δέ περηφάνεια εἶναι ἀποτέλεσμα ἰδέας πού βεβαιώνει πληρότητα
ἐσωτερική, καί παράγει νόημα δοχείου γεμάτου, μή δεχόμενου ἂλλη ποσότητα. Παράγει δηλαδή ἂρνηση μάθησης. Καί ἡ ἂρνηση μάθησης ἐκτρέπει στίς σοφιστείες τοῦ τύπου: «ἀπόδειξέ μου τήν ὓπαρξη τοῦ Θεοῦ νά πιστέψω». Λές καί τοῦ τήν χρωστᾶνε τήν ἀπόδειξη. Καί δέν καταλαβαίνει ὃτι ἀπαιτώντας ἀπόδειξη ἐξομοιώνει τόν πνευματικό ἑαυτό του μέ τόν σωματικά παράλυτο, πού δέν μπορεῖ νά συντηρηθεῖ καί ζητιανεύει γιά νά διατραφεῖ. Γι' αὐτό λοιπόν θά ἐνταχθοῦν στόν κόσμο τῆς ἐν ἐλευθερία καί ἁρμονία ζῶσας παντοτινότητας, μόνο ἐκεῖνοι πού μέ τήν ἐλευθερία τῆς ἐπίγειας διαγωγῆς τους θά ἀναπτύξουν ἐδῶ στήν γῆ κοινωνική ἁρμονικότητα, δηλαδή ἀξιοσύνη πλήρους ἐλευθερίας.
Αὐτό σημαίνει ὃτι οἱ κοινωνικά ἀνώμαλοι, -αὐτοί πού μιμοῦνται τό ἦθος τῶν ζώων και νομίζουν ὃτι εἶναι προοδευτικοί και καυχώνται- ὂχι μόνο θά χάσουν τήν ἐλευθερία πού ἔχουν, ἀλλά καί θά κολασθοῦν παντοτινά.
Γιάννης Μιχαηλίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου