Ἐκεῖνοι πού τόν ἢξεραν τόν παλιό καιρό, ὑπερήλικοι
σήμερα, τόν ἀναπολοῦν μέ τήν φράση: Τόν
καιρό πού τά σκυλιά τά δένανε μέ λουκάνικα. Καί ἐννοοῦν ὃτι αὐτό πού τότε
γινόταν εὒκολα, σήμερα εἶναι πλέον ὂχι ἁπλᾶ ἀκατόρθωτο, ἀλλά καί ἀδιανόητο,
ὃπως ἀδιανόητο εἶναι νά δεθοῦν τά σκυλιά μέ λουκάνικα καί νά παραμένουν δεμένα
καί ἂκακα, ἐνῶ μποροῦν νά τά φᾶνε νά χορτάσουν καί νά εἶναι καί ἐλεύθερα.
Πρεσέξτε ὃμως πῶς οἱ σημερινοί ἀλητοδιανοούμενοι,
ἐπαγγελματίες πλέον στήν ἀπατεονιά, πῶς τήν διαστρέφουν τήν φράση αὐτή.
Λένε στήν ἐγκυκλοπαιδεία τους, ὅτι τό νόημά της εἶναι: «πέρασε ὁ καιρός πού οἱ ἄνθρωποι εὔκολα πίστευαν σέ ἀνοησίες».
Ἀλλά μήπως ἄφησαν κάτι πού δέν τό διέστρεψαν, πού δέν τό παρερμήνευσαν, οἱ
ἀλητοαπατεόνες διαφωτιστές-ἐγκυκλοπαιδιστές;
Γιατί λοιπόν τῆς δίνουν αὐτή τήν ἑρμηνεία;
Εἶναι εὐνόητο: Γιά νά ἐξωραῒσουν τόν σημερινό κτηνικό
πολιτισμό τους, πού μετάτρεψε τήν κοινωνία σέ ζοῦγκλα, καί νά ἀποτρέψουν τήν
πρός αὐτόν κατακραυγή, γιά νά μή χάσουν τά προνόμια τοῦ παρασιτισμοῦ, πού
τούς τά ἐξασφαλίζει σήμερα αὐτός ὁ κτηνικός Δυτικο-ευρωπαϊκός πολιτισμός.
Δέν εἶναι λοιπόν ἀπατεόνες, καί κάτι ἀκόμα χειρότερο
ἀπό ἀπατεόνες, αὐτοί πού μέ τέτοιες παρερμηνεῖες σπέρνουν τήν σύγχυση στήν
κοινωνία;
Ἐπειδή ὅμως εἶναι ἀπόλυτα ἠλίθιοι, καί δέν ξέρουν καί
δέν καταλαβαίνουν τί λένε, τό ἐπαινοῦν μᾶλλον αὐτό πού θέλουν νά τό κατηγορήσουν.
Πῶς θά τό καταλάβουν ὅμως, ἀφοῦ αὐτοί εἶναι πού τήν
δαμορφώνουν καί τήν ὁδηγοῦν τήν σημερινή ἐποχή, πού εἶναι ἐποχή τῆς
ἠλιθιότητας, καί αὐτοί πρῶτοι συγκομίζουν τήν ἠλιθιότητα πού καλλιεργοῦν;
Τό δεμένο σκυλί, τήν αὐλή του τήν προστατεύει ὃσο
χρειάζεται, ἀφοῦ γαυγίζει καί πληροφορεῖ τόν κάτοχό του ὅτι ἄγνωστος
ἐμφανίσθηκε. Δέν μπορεῖ ὅμως νά ἐπιτεθεῖ στόν ἀνύποπτο περαστικό, πού ἒξω στόν
δρόμο πηγαίνει στήν δουλειά του. Ἐνῶ τό λυμένο μπορεῖ καί νά τόν φάγει, τόν
διαβάτη, χωρίς αὐτός νά φταίει σέ τίποτα. Ὅπως πρίν ἀπό κάποια χρόνια στήν Εὔβοια,
δύο σκυλιά λυμένα ἔφαγαν ζωντανή μιά γυναίκα γιατρό, πού πήγαινε στήν δουλειά
της. Ἄν αὐτά τά σκυλιά ἦταν δεμένα, θά μποροῦσαν νά τήν ἀγγίξουν;
Τά σκυλιά του μπορεῖ, βεβαίως, καί πρέπει νά τά δένει
ὁ κάτοχός τους, γιά νά τά κάνει ἀκίνδυνα στούς γείτονες καί στούς περαστικούς,
πού πηγαίνουν στήν δουλειά τους. Τά ἔχει γιά νά φυλάγουν τό σπίτι του, καί ὄχι
γιά νά ἐπιτίθονται καί νά βασανίζουν τούς περαστικούς. Τούς ἀνθρώπους ὅμως πού
ἔχουν σκυλίσιες διαθέσεις, ποιός μπορεῖ νά τούς δέσει; Ποιός καί πῶς θά
μπορέσει τούς ἀνθρωπόμορφους σκύλους, νά τούς κάνει, σάν τά δεμένα σκυλιά, ἀκίνδυνους;
Ἀκίνδυνοι, σάν τό δεμένο σκυλί μποροῦν νά εἶναι οἱ
ἄνθρωποι, μόνο ἄν θέλουν. Ὅταν ὅμως μέ τήν θέλησή τους γίνονται ἀκίνδυνοι, μοιάζουν
μέ τό σκυλί πού εἶναι δεμένο μέ λουκάνικα, ἀλλά παραμένει δεμένο, ὄχι ἐπειδή
δέν μπορεῖ νά λυθεῖ, τρώγοντας μάλιστα τά λουκάνικα καί χορταίνοντας, ἀλλά
ἐπειδή θέλει νά παραμένει δεμένο. Ἔτσι καί ὁ νοήμων καί σοφός καί γι' αὐτό
σώφρων ἄνθρωπος, ἐνῶ μπορεῖ σάν τούς ἀλῆτες νά κάνει κι' αὐτός κοινωνικούς
ἀνωμαλισμούς, δέν τούς κάνει ὅμως, καί ἔτσι ἐξομοιώνεται μέ τό σκυλί, πού ἐνῶ
εἶναι δεμένο μέ λουκάνικα, παραμένει δεμένο. Αὐτό εἶναι τό νόημα τῆς ἐν λόγω
φράσης, καί ὂχι ἐκεῖνο πού οἱ ἀλῆτες ἐγκυκλοπαιδιστές τῆς δίνουν.
Κατά τήν ἀρχαιότητα ρώτησαν ἓνα σοφό, σέ τί διαφέρει ὁ
σοφός ἀπό τόν κοινό ἂνθρωπο. «Ἂν καταργηθοῦν οἱ νόμοι, ὁ σοφός θά συνεχίσει νά συμπεριφέρεται
ὂπως καί ὃταν οἰ νόμοι ἦταν σέ ἰσχύ», ἦταν ἡ ἀπάντηση. Ἒτσι ὃμως ὁ σοφός θά κάνει
αὐτό ἀκριβῶς πού κάνει καί ὁ δεμένος μέ λουκάνικα σκύλος, πού παραμένο δεμένος
καί ἂκακος καί ἀκίνδυνος, ἐνῶ πολύ εὒκολα μπορεῖ νά τά φάγει τά λουκάνικα καί νά
λυθεῖ, καί νά ἐπιτίθεται στούς περαστικούς.
Ἄν λοιπόν οἱ ἄνθρωποι, πιστεύοντας εὒκολα τότε σέ
ἀνοησίες, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ ἀλητοδιανοούμενοι σήμερα τήν φράση αὐτή, γίνονταν
εἰρηνικοί καί ἀκίνδυνοι, σάν τό σκυλί πού εἶναι δεμένο καί ἀκίνδυνο, καί ἒτσι
ἐξασφαλιζόταν ἡ κοινωνική εὐταξία, τότε οἱ «ἀνοησίες» ἒχουν ἀνεκτίμητη ἀξία. Καί εἶναι προτιμότερες ἀπό τήν σημερινή παιδεία,
φιλοσοφία καί ἐπιστήμη, πού μετάτρεψαν τήν παγκόσμια κοινωνία σέ παγκόσμια ζοῦγκλα.
Ὅταν τά δῆθεν σοβαρά πού πιστεύουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι, τήν παγκόσμια
κοινωνία τήν ἔκαναν ζοῦγκλα, καί κανένας δέν αἰσθάνεται ἀσφαλής οὔτε καί
μέσα στό σπίτι του, καί ἐπί πλέον καταστρέφεται καί μολύνεται τό φυσικό
περιβάλλον καί ἀνίατες ἀρρώστιες ἐμφανίζονται καί βασανίζουν ὁλόκληρη τήν
ἀνθρωπότητα, δέν εἶναι προτιμότερο νά τά καταργήσομε τά σημερινά σοβαρά,
καί νά κάνομε ὁδηγό τῆς ζωῆς μας τίς «ἀνοησίες» ἐκείνου τοῦ καιροῦ;
Αὐτό ἀκριβῶς λένε, μέ τήν ἑρμηνεία πού δίνουν στήν ἐν
λόγω φράση, οἱ ἀλητοδιανοούμενοι διαφωτιστές-ἐγκυκλοπαιδιστές. Λένε ὅτι οἱ
ἀνοησίες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς εἶναι σοβαρότερες ἀπό τά σημερινά δῆθεν σοβαρά
καί ἐπιστημονικά τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ, ἀφοῦ αὐτούς πού τότε εὔκολα
πίστευαν στίς ἀνοησίες, τούς ἒκαμναν ἀνθρώπους μέ ἀνθρωπιά, ἀκίνδυνους, δηλαδή
σοφούς, καί ἐξασφαλιζόταν ἡ κοινωνική εὐταξία. Ἀν λοιπόν οἱ ἀνοησίες
ἐκεῖνες τούς ἀνθρώπους τούς ἔτρεφαν μέ ἀνθρωπιά, τέτοια πού δέν τήν ἔχουν
σήμερα οἱ πολιτισμένοι, οἱ σπουδασμένοι καί πτυχιοῦχοι καί ἀξιωματούχοι
τῆς κοινωνίας, δέν εἶναι λοιπόν πιό σοβαρές καί προτιμότερες;
Ἀφοῦ τούς ἀνθρώπους τούς ἔκαμναν ἄκακους, οἱ ἀνοησίες
ἐκείνου τοῦ καιροῦ, σάν τά σκυλιά πού ἐνῶ εἶναι δεμένα μέ λουκάνικα καί
μποροῦν εὔκολα νά λυθοῦν, παραμένουν ὅμως δεμένα καί ἀκακα καί ἀκίνδυνα γιά
τούς περαστικούς, δέν εἶναι προτιμότερο νά τά καταργήσομε ὃλα τά σημερινά «σοβαρά», πού τήν ἔκαναν ζοῦγκλα τήν
κοινωνία;
Χωρίς νά τό θέλουν λοιπόν καί χωρίς νά τό καταλαβαίνουν,
οἱ διαφωτιστές-ἐγκυκλοπαιδιστές, ἐπειδή πάσχουν ἀπό τήν ἠλιθιότητα πού καλλιεργοῦν,
ἐπαινοῦν μᾶλλον αὐτό πού θέλουν νά κατηγορήσουν.
Βεβαίως εἶναι προτιμότερο νά τά καταργήσομε τά σοβαρά
τοῦ σημερινοῦ πολιτισμοῦ, τά ἐπιστημονικά καί φιλοσοφικά, καί νά δεχθοῦμε τίς
ἀνοησίες, ἄν οἱ ἀνοησίες προωθοῦν τήν ἀνθρωπιά, καί τήν κοινωνική εὐταξία.
Ἀλλά ἡ ἑρμηνεία πού δίνει αὐτός ὁ ἀλήτης ἐγκυκλοπαιδιστής στήν φράση: «Πέρασε
ὁ καιρός πού τά σκυλιά τά δένανε μέ λουκάνικα», καί λέγει πώς ἐννοεῖ ὅτι πέρασε
ὁ καιρός πού οἱ ἄνθρωποι εὔκολα πίστευαν σέ ἀνοησίες, εἶναι ἀπολύτως ἄσχετη μέ
τό νόημά της. Ἀντιθέτως ἡ φράση αὐτή λέγει:
Τόν καιρό ἐκεῖνο οἱ ἄνθρωποι, δέν τό ἔκαναν τό κακό πού μποροῦσαν νά κάνουν καί
παρέμεναν ἀκίνδυνοι, σάν τό σκυλί πού ἐνῶ εἶναι δεμένο μέ λουκάνικα καί
εὔκολα μπορεῖ νά τά φάγει καί νά λυθεῖ, δέν τά τρώγει καί παραμένει δεμένο καί
ἀκίνδυνο καί ἄκακο.
Μέ αὐτήν ὃμως τήν ἑρμηνεία πού δίνει στήν ἐν λόγω
φράση, ὁ ἀλήτης αὐτός ἐγκυκλοπαιδιστής, τούς καλούς ἀνθρώπους, αὐτούς πού δέν
κάνουν κακό, τούς κατηγορεῖ ἀνόητους. Ἀφοῦ λέγει ὃτι πιστεύοντας σέ ἀνοησίες οἱ
ἂνθρωποι τότε γίνονταν ἂκακοι, σάν τό σκυλί πού εἶναι δεμένο μέ λουκάνικα καί
παραμένει δεμένο καί ἂκακο, λέγει ὃτι οἱ ἂκακοι ἂνθρωποι, αὐτοί πού δέν τό
κάνουν τό κακό πού μποροῦν νά τό κάνουν, εἶναι ἀνόητοι. Ἒτσι ὃπως τό λέγει,
κατηγορεῖ ἀνόητους τούς καλούς ἀνθρώπους. Ἀφοῦ λέγεοι ὃτι πίστευαν σέ ἀνοησίες
εὐκολα καί γίνονταν ἂκακοι, σάν τό σκυλί πού εἶναι δεμένο μέ λουκάνικα καί
παραμένει δεμένο καί ἂκακο. Αὐτό ἀκριβῶς δέν εἶναι πού λέγει; Ἂν ὃμως ἡ
καλοσύνη εἶναι ἀνοησία, ἂν οἱ ἂνθρωποι πού μποροῦν νά κάνουν κακό καί δέν τό
κάνουν εἶναι ἀνόητοι, τότε ἡ ἀνοησία εἶναι προτιμότερη ἀπό τήν σημερινή φιλοσοφία
καί τήν ἐπιστήμη, πού καταστρέφει τά πάντα, καί μετάτρεψε σέ ζοῦγκλα τήν παγκόσμια
κοινωνία, καί μέλλει νά καταστρέψει καί ὁλόκληρο τόν φυσικό κόσμο.
Παρέμεναν λοιπόν ἄκακοι τότε οἱ ἄνθρωποι θέλοντας, σάν
τόν δεμένο μέ λουκάνικα σκύλο, πού δέν τά τρώγει τά λουκάνικα, ἐνῶ μπορεῖ νά
τά φάγει καί νά χορτάσει καί ἐπί πλέον νά ἐλευθερωθεῖ, ἀλλά δέν τά τρώγει καί
παραμένει δεμένο. Ἔτσι καί οἱ ἄνθρωποι ἐκείνου τοῦ καιροῦ, πού μποροῦσαν νά τό
κάνουν τό κακό, δέν τό ἒκαμναν ὅμως καί παρέμεναν ἄκακοι. Αὐτό εἶναι τό
πραγματικό νόημα τῆς ἐν λόγω φράσης, καί ὄχι ἐκεῖνο πού τῆς δίνουν οἱ ἀλήτες
ἐγκυκλοπαιδιστές-διαφωτιστές, αὐτά τά σαράκια τῆς σημερινῆς κοινωνίας.
Γι' αὐτό ἦταν γεγονός σπάνιο τότε τό Καϊνικῆς
νοοτροπίας ἔγκλημα. Καί ὅταν κάπου-κάπου, σέ διάστημα πολλῶν χρόνων γινόταν
κάποιο ἔγκλημα, τό ἔκαναν τραγούδι, πού τόνιζε τόν ἀποτροπιασμό καί καταδίκαζε
τήν κακουργία. Ἐνῶ σήμερα εἶναι καθημερινά, τά ἐγκλήματα, καί μέ τόν τρόπο πού
γίνονται γνωστά, ἡρωοποιοῦνται οἱ κακοῦργοι. Καί ἡ κοινωνία, ἐπειδή τήν
βλέπει κάθε μέρα στήν τηλεόραση τήν φανταστική καί γι' αὐτό ψεύτικη ἀλλά φρικιστικότερη
κακουργία καί ἐλεεινότητα τῶν κτηνιστῶν, πού λέγονται σεναριογράφοι, τήν συνήθισε,
δέν ἀντιδρᾶ, ὅπως καί τό πτῶμα δέν ἀντιδρᾶ στά κοράκια πού τό καταβροχθίζουν.
Πτῶμα τήν ἒκαναν πλέον τήν ἀνθρωπότητα, οἱ ψευδογράφοι καί ψευδοποιοί, μέ
τά αἰσχρά θεάματα καί ἀκροάματα, πού βραβεύονται ὃμως μέ διεθνή βραβεῖα, προφανῶς
γιά νά τήν βεβαιώσουν τήν ἐποχή μας ἐποχή τῆς ἠλιθιότητας.
Σήμερα αὐτό πού λέγεται πολιτισμός εἶναι ἡ μέθοδος πού
πέταξε τόν ἂνθρωπο ἒξω ἀπό τήν πραγματικότητα, καί τήν περιόρισε στόν
ψεύτικο χῶρο τῆς φαντασίας. Τόν φυλάκισε στίς ψευτιές, τῶν φαντασιόπληκτων,
πού ἀπατεονικά λέγονται λογοτέχνες καί σεναριογράφοι. Ἂν αὐτό δέν εἶναι
ἠλιθιότητα, τί ἂλλο μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἠλιθιότητα;
Ἡ ἑρμηνεία πού δίνει αὐτός ὁ ἀλήτης
διαφωτιστής-ἐγκυκλοπαιδιστής στόν λόγο τῆς φράσης αὐτῆς, ἒχει καμμιά σχέση μέ
τό νόημά της; Ἐνῶ αὐτή μέ λαχτάρα ἀναπολεῖ τόν καιρό πού οἱ ἂνθρωποι ἦσαν
ἂκακοι, σάν τά σκυλιά τά δεμένα μέ λουκάνικα πού παραμένουν δεμένα καί
ἀκίνδυνα, κάτι πού εἶναι ἀδιανόητο σήμερα καί τότε ἦταν γεγονός, αὐτός ὁ
ἀλήτης λέγει πώς ἐννοεῖ ὅτι εὔκολα πίστευαν τότε σέ ἀνοησίες οἱ ἂνθρωποι.
Τέτοιοι ἀλῆτες πῆραν τόν λόγο σήμερα, μέ τόν τρόπο πού
καί ἡ χοῦντα τῶν στρατιωτικῶν εἶχε πάρει τήν πολιτική ἐξουσία, καί γι' αὐτό
καταστρέφεται ὄχι μόνο ἡ κοινωνικότητα ἀλλά καί τό φυσικό περιβάλλον μολύνεται
ἐξοντωτικά.
Ἀκόμα καί οἱ μικρές ρεματιές, ἐκεῖνο τόν καιρό ἦταν
γεμάτες μέ ψάρια καί μέ βατράχια, πού βράδυ πρωί κόαζαν καί βούιζε ὁ τόπος. Πλημύρισε
μιά φορά τό ποταμάκι τοῦ χωριοῦ, καί βγῆκαν τά νερά στά χωράφια. Ὅταν τά νερά
ἀποσύρθηκαν, τά χωράφια ἦταν γεμάτα ψάρια καί ψαρέψαμε στήν ... ξηρά. Σήμερα ὅμως
δέν ὑπάρχουν οὔτε γιά δείγμα ἓνα ψάρι ἢ ἓνας βάτραχος, μέσα στό ποταμάκι τοῦ
χωριοῦ. Σήμερα βάτραχος δέν ἀκούγεται οὒτε τό βράδυ οὒτε τό πρωῒ. Καί τό ποταμάκι
πού κατεβαίνει ἀπό τό βουνό, χωρίς νά περνάει ἀπό κάποιο ἂλλο κατοικημένο χωριό
ἢ τόπο, νεκρώθηκε. Ἡ καταστροφή αὐτή, πού εἶναι ἔργο τῆς θεοποιημένης
τεχνολογίας, εἶναι προχωρημένη πλέον, καί συνεχίζει νά προχωράει μέ ρυθμό
ἐπιταχυνόμενο, σφίγγοντας διαρκῶς καί περισσότερο τήν θηλειά τῆς ἀγχόνης
στόν λαιμό τῆς ἀνθρωπότητας. Καί αὐτό τό κατάντημα εἶναι τό καμάρι τῶν
ἠλίθιων, πού σήμερα καυχῶνται ὃτι εἶναι προοδευτικοί.
Γιατί ὃμως ἒγιναν καί εἶναι τόσο ἀνόητοι σήμερα
ἐκεῖνοι πού καυχῶνται ὃτι εἶναι προοδευτικοί καί διαφωτιστές καί διαφωτισμένοι;
Προφανῶς γιά νά τήν βεβαιώσουν τήν ἐποχή μας ὡς ἐποχή
τῆς ἠλιθιότητας. Ὃπως καί ὁ τρελός καυχιέται ὃτι εἶναι Μέγας Ἀλέξανδρος, γιά
νά τήν δηλώσει ἒτσι τήν τρέλα του, ἒτσι κι' αὐτοί πού καυχῶνται ὃτι εἶναι
προοδευτικοί, καυχῶνται γιά νά τήν δηλώσουν τήν ἠλιθιότητά τους. Χρειάζεται
πολύ, πάρα πολύ ἠλιθιότητα, γιά νά ἀρνηθεῖ κανείς τήν κοινωνική πείρα
χιλιάδων χρόνων τῆς ἐπί γῆς παρουσίας τοῦ ἀνθρώπου καί νά τήν κατηγορήσει
ἒργο δεισιδαιμονίας. Γιά νά μπορεῖ νά τά λέγει κάποιος αὐτά, τά διεστραμένα,
καί νά μηδενίσει τήν νοημοσύνη ὃλων τῶν προηγούμενων γενεῶν τοῦ ἀνθρώπου,
βεβαίως πρέπει νά ἒχει τήν τρέλα τοῦ τρελοῦ πού λέγει ὃτι εἶναι μέγας καί
ἒτσι μηδενίζει ὃλους τούς ἂλλους. Καί αὐτήν τήν ἠλιθιότητα καί τήν δι' αὐτῆς
τρέλα, τήν ἒχουν στήν πληρότητά της, ὃλοι αὐτοί πού σήμερα καυχῶνται ὃτι εἶναι
προοδευτικοί.
Αὐτό πού σήμερα κάνουν οἱ καυχώμενοι ὃτι εἶναι προοδευτικοί,
ἒχει λοιπόν ὃλα τά στοιχεῖα τῆς τρέλας. Ὃταν ὁ τρελός καυχιέται ὃτι εἶναι
Μέγας, περιφρονεῖ ὃλους τούς ἂλλους καί τούς θεωρεῖ κατώτερους ἀπό τόν ἑαυτό
του. Ἀλλιῶς δέν θά ἒλεγε ὃτι εἶναι Μέγας. Αὐτό ἀκριβῶς ὃμως κάνουν καί αὐτοί
πού δηλώνουν ὃτι εἶναι προοδευτικοί. Ὃλους τούς ἂλλους, πού ἀκολουθοῦν τά
διδάγματα τῆς πείρας χιλιάδων χρόνων τούς θεωροῦν καθυστερημένους. Δέν διδάχθηκε
λοιπόν τίποτα ἀπό τήν ἱστορική πείρα της ἡ ἀνθρωπότητα μέχρι σήμερα; Τά
παθήματα δέν ἒγιναν μαθήματα; Γιά νά νομίζει λοιπόν κάποιος ὃτι δέν διδάχθηκαν
ἀπό τά παθήματά τους ὃλες οἱ προηγούμενες γενεές τοῦ ἀνθρώπου, πρέπει νά πάσχει
ἀπό τήν πληρότητα τῆς τρέλας, πού κάνει τόν τρελό νά νομίζει ὃτι οἱ ἂλλοι εἶναι
τιποτένιοι καί ὃτι αὐτός εἶναι Μέγας.
Βρισκόμαστε λοιπόν στήν ἐποχή τῆς ἠλιθιότητας, καί
πηγαίνομε ὁλοταχῶς πρός τήν ἐποχή τῆς τρέλας. Πρός τήν ἐποχή πού οἱ ἂνθρωποι θά
τρῶνε τούς ἀνθρώπους ζωντανούς, ὃπως λέγει ὁ ἃγιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός,
πού πολλές ἀπό τίς προφητεῖες του ἐκπληρώθηκαν. Καί αὐτό θά εἶναι τό τελικό ἀποτέλεσμα
τῆς πτώσης, πού ἡ ἀρχή της ἒγινε μέ τό προπατορικό ἀμάρτημα.
Στά παιδιά μας θά παραδόσουν, οἱ «προοδευτικοί», ἓνα
κόσμο διαρκῶς καταστρεφόμενο. Καυχώμενοι ὃμως γιά τό κακό πού κάνουν. Τί θά
λένε τά παιδιά μας τότε γιά ἐμᾶς, πού
μέ ἀπάθεια παρακολουθοῦμε τήν καταστροφή; Ἀφοῦ μέ τήν ἀπάθειά μας τό ἐγκρίνομε
τό κακό πού γίνεται; Δέν θά εἶναι λοιπόν ἀπόλυτα δικαολογημένοι ὃταν θά μᾶς
βρίζουν καί θά μᾶς κατηγοροῦν; Καί θά μᾶς λένε ἠλίθιους; Μέ ποιά λογική θά
πρέπει νά μή μᾶς λένε ἠλίθιους, καί τήν ἐποχή μας ἐποχή τῆς ἠλιθιότητας;
Προφανῶς μέ τήν ἀδράνειά μας συμμετέχομε στόν ἀγώνα, πού
θά βεβαιώσει τήν ἐποχή μας ὡς ἐποχή τῆς ἠλιθιότητας. Τό γεγονός βεβαιώνεται
καί ἀπό τήν καύχηση τῶν κτηνισμένων, ὃτι εἶναι προοδευτικοί, γιά νά δηλώσει ὃμως
τήν ἠλιθιότητά τους, ὃπως καί ἡ καύχηση τοῦ τρελοῦ ὃτι εἶναι Μέγας δηλώνει τήν
τρέλα του.
Γιάννης Μιχαηλίδης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου