Ποῦ εἶναι ἐκεῖνοι πού καθῆκον
τους εἶναι νά προστατεύουν τά παιδιά ἀπό τίς συμπληγάδες πέτρες τῶν ἀπατεόνων,
πού παρασιτοῦν στήν κοινωνία μέ τίς μόδες, μέ τίς ἀπατεονικά λεγόμενες «καλές
τέχνες» καί μέ τούς συρμούς; Καί ὁδηγοῦν τά παιδιά στήν πνευματική παράλυση,
γιά νά τά κάνουν εὔκολα θύματα; Ποῦ εἶναι ἡ παιδεία; Ποῦ εἶναι ἡ πολιτεία; Ποῦ
εἶναι ἡ ἐπιστήμη;
Θά μοροῦσε κάποιος νά εἰπεῖ, ποῦ
εἶναι ἡ ἐκκλησία. Ἀλλά θά τό εἰπεῖ ἀπό σατανική πονηρία, γιά νά προκαλέσει
σύγχυση. Τήν ἐκκλησία τήν φίμωσαν σήμερα μέ τά ἀπατεονικά περί διαφωτισμοῦ
καί προοδευτισμοῦ συνθήματά τους, οἱ σημερινοί ἀλῆτες
διανοούμενοι, χρησιμοποιώντας σάν τόν ληστή τό σπαθί τοῦ νόμου, καί σάν τό
στιλέτο τοῦ δολοφόνου τήν ψεύτικη δόξα τῆς τεχνολογίας, αὐτοῦ τοῦ καταστροφέα τῆς
κάθε φυσικότητας, καί πῆραν τόν λόγο, μέ τόν τρόπο πού οἱ χοῦντες τῶν στρατιωτικῶν
παίρνουν τήν πολιτική ἐξουσία.
Σήμερα τόν λόγο τόν ἔχει ἡ
καθαρματοδασκάλα, πού τήν πορνοσχολή της τήν κουβαλάει καί τήν εἰσάγει στό κάθε
σπίτι, ἡ τηλεόραση. Αἰχαμαλώτισε τήν παιδεία, καί μέ ἰσχύ θηρίου τήν πέταξε ἒξω
ἀπό τόν πλανήτη μας.
Τί δίνουν σήμερα στά παιδιά μας ἡ
παιδεία καί ἡ ἐπιστήμη;
Κό-προ δίνουν. Κτηνισμό διδάσκουν. Καί γι' αὐτό τά παιδιά ἀναζητοῦν τήν χαρά τῆς
ζωῆς στά κτηνώδη ἐνδιαφέροντα καί στά ναρκωτικά. Σέ καμμιά σχολή δέν διδάσκεται
ἀνθρωπιά σήμερα. Καί μάλιστα κάποιοι κτηνισμένοι ἐκπαιδευτικοί ἀπαιτοῦν νά ἐκβληθοῦν
ἀκόμα καί τά ἴχνη κάποιας τυπικῆς πλέον ἀνθρωπιᾶς, πού ἀπομένουν στήν
παιδεία. Καί ὕστερα ἀποροῦν γιατί τά παιδιά στρέφονται στά ναρκωτικά. Ἀφοῦ δέν
εἶναι δυνατό νά ἱκανοποιηθοῦν μέ τήν κόπρο πού τούς δίνουν ἡ παιδεία
καί ἡ ἐπιστήμη καί ἡ πολιτεία, ἤ μέ τό κυνήγι τῆς χίμαιρας πού μέ σατανική ἀπατεονιά
καλλιεργεῖ ὁ κτηνικός Φραγκοαμερικάνικος πολιτισμός, ἀναζητοῦν τήν ἱκανοποίηση
στά ναρκωτικά καί στήν κτηνωδία τῆς πορνείας. Ἀπόδειξη αὐτῆς τῆς
πραγματικότητας, πού δέν ἱκανοποιεῖ τήν ἀνάγκη χαρᾶς τῶν παιδιῶν, εἶναι ὄχι
μόνο ἡ στροφή τῶν παιδιῶν στά ναρκωτικά, ἀλλά καί στήν αὐτοκτονία κάποιων ἐπώνυμων
μάλιστα καί διάσημων καί ἔνδοξων ἐκπροσώπων τοῦ σημερινοῦ
κτηνικοῦ πολιτισμοῦ.
Γιά τήν ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά
γίνει λόγος, ἐπειδή μέ τά περί διαφωτισμοῦ καί προοδευτισμοῦ ἀπατεονικά
συνθήματά τους κατάφεραν νά τήν φιμώσουν οἱ κτηνισμένοι διαφωτιστές. Μέ ὅπλο
τους τήν ἀπατηλή δόξα τῆς τεχνολογίας, αὐτοῦ τοῦ καταστροφέα τοῦ φυσικοῦ
καί κοινωνικοῦ περιβάλλοντος, ὁ κτηνισμός τῶν διαφωτιστῶν κυριάρχησε στήν
παιδεία καί στό πεδίο τοῦ λόγου, καί τήν κοινωνία τήν ἒκανε ζοῦγκλα. Κυριάρχησε
μέ τόν τρόπο πού καί ἡ χοῦντα τῶν συνταγματαρχῶν εἶχε κυριαρχήσει στό
πολιτικό πεδίο. Τό γεγονός βασανίζει σήμερα τήν κοινωνία, ἀλλά γιά ἐμᾶς
μακρόπνοα δέν εἶναι ἀνησυχητικό, ἀφοῦ εἶναι σαφῶς προφητευμένο καί ὁρισμένο
καί τό τέλος του. Ἡ ἀποκάλυψη λέγει ὅτι θά δοθεῖ ἡ δυνατότητα στό ἀντίχριστο θηρίο,
στόν κτηνικό πολιτισμό δηλαδή, νά νικήσει τούς ἁγίους, ἀλλά ἡ νίκη του δέν θά εἶναι
ὁριστική. Λέγει:
«Τό θηρίον τό ἀναβαίνον ἐκ τῆς ἀβύσσου (= ὁ κτηνικός πολιτισμός ἀπό τήν ἂβυσσο τοῦ ὑπόκοσμου,)
ποιήσει μετ’ αὐτῶν (μέ τούς ἁγίους) πόλεμον
καί νικήσει αὐτούς καί ἀποκτενεῖ αὐτούς, καί τό πτῶμα αὐτῶν ἐπί τῆς πλατείας τῆς
πόλεως τῆς μεγάλης, ἥτις καλεῖται πνευματικῶς Σόδομα καί Αἴγυπτος, ὅπου καί ὁ
Κύριος αὐτῶν ἐσταυρώθη ... καί μετά τάς τρεῖς ἡμέρας καί ἥμισυ, πνεῦμα ζωῆς ἐκ
τοῦ Θεοῦ εἰσήλθεν εἶς αὐτούς καί ἔστησαν ἐπί τούς πόδας αὐτῶν». (Ἀποκ. 11, 7)
Τό ἀντίχριστο θηρίο, (=ὁ κτηνικός πολιτισμός) λέγει ἐδῶ ἡ προφητεία, θά
νικήσει τόν λόγο τῆς ὀρθοδοξίας, καί θά σκοτώσει τούς προφῆτες (=τό κύρος τοῦ προφητικοῦ
λόγου) στήν πλατεία
τῆς πόλης πού πνευματικά ὀνομάζεται Σόδομα καί Αἴγυπτος. Δηλαδή ὁ ἀντιχριστισμός
θά ἀναπτυχθεῖ ἐκεῖ πού θά ἔχει κυριαρχήσει ἡ πορνεία καί ἡ ὁμοφυλοφυλία, ὅπως
στά Σόδομα τότε, καί ἡ αἰχμαλωσία στήν ἰσχύ τῆς ἁμαρτίας, ὅπως ἡ αἰχμαλωσία τῶν
Ἑβραίων στήν Αἴγυπτο. Ἀλλά ἡ νίκη του θά εἶναι προσωρινή, ἀφοῦ πνεῦμα Θεοῦ θά
τό ἀναζωογονήσει τό κύρος τοῦ λόγου τῆς ὀρθοδοξίας.
Γι’ αὐτό λοιπόν ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος,
πού καυχιέται ὃτι εἶναι προοδευτικός, δέν ἔχει πνευματικά καί ὑπαρξιακά ἐνδιαφέροντα,
ὃπως δέν εἶχαν καί οἱ Σοδομίτες τότε. Τό δέ περιβάλλον τῆς ζωῆς του εἶναι Αἰγυπτιακό,
βεβαίως, καί δέν μπορεῖ νά ξεφύγει ἀπό αὐτό τό ἁμαρτωλό περιβάλλον, ὅπως οἱ Ἑβραίοι
δέν μποροῦσαν νά ξεφύγουν ἀπό τήν αἰχμαλωσία τους στήν Αἴγυπτο, ἄν ὁ Θεός δέν ἐπενέβαινε
μέ τήν ταφή τῶν Αἰγυπτίων στήν ἐρυθρά θάλασσα. Καί ὅπως αἰχμαλωτίσθηκαν
στούς Αἰγύπτιους χωρίς νά τό καταλάβουν οἱ Ἑβραίοι, ἀφοῦ πήγαν μόνοι τους στήν
Αἴγυπτο, ἔτσι καί ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος αἰχμαλωτίσθηκε στήν ἰσχύ τῆς ἁμαρτίας
καί δέν τό καταλαβαίνει. Πάσχει ὃμως καί τυραννιέται περισσότερο ἀπό ὅσο οἱ Ἑβραίοι
στήν Αἴγυπτο. Ἡ παγκόσμια κοινωνία σταυρώνεται κάθε μέρα σήμερα, ἐπειδή οἱ ἀντίχριστες
ἰδέες πού κυριάρχησαν τήν μετάτρεψαν σέ ζοῦγκλα.
Γι’ αὐτό λοιπόν δέν ἔχει πνευματικά
καί ὑπαρξιακά ἐνδιαφέροντα, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Καί «τό πτῶμα ... (τό) ἐπί τῆς πλατείας», πού λέγει ἡ προφητεία, εἶναι ἡ ἀνθρωπιά. Πτῶμα εἶναι
σήμερα ἡ ἀνθρωπιά, καί μαζί της ὁ κάθε ἂνθρωπος. Ἀντί νά ἐπιθυμεῖ τήν ἄνοδό
του σέ ἀνώτερο ἐπίπεδο ζωῆς, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ἐπιζητεῖ τήν ἑδραίωσή του
στήν ἐγνωσμένη ἀλλά κτηνώδη αἰσθησιακή ἀξία τῆς σωματικῆς του ὑπόστασης, σέ
αὐτήν πού τήν ἔχει ἀναγκαστικά, πού τόν ἐξισώνει μέ τά ζῶα, καί ἀναγκαστικά θά
τήν χάσει στόν τάφο. Περιορίζει τήν ζωή του στήν μίμηση τῆς ζωῆς τῶν ζώων, ὁ ὁρίζοντας
τῆς ζωῆς του ἐκτείνεται ἀπό τό φαῒ ἕως τήν πορνεία, καί εἶναι ἴδιος μέ τόν ὁρίζοντα
ζωῆς τῶν σκουλικιῶν καί τῶν σαλιγκαριῶν. Τόσο χαμηλά ξέπεσε.
Ἀλλά τόν χαίρεται τόν ξεπεσμό του,
καί καυχιέται ὅτι εἶναι προοδευτικός, ὅπως καί ὁ τρελός χαίρεται τήν τρέλα του
καί καυχιέται ὅτι εἶναι μέγας Ἀλέξανδρος. Ἔτσι ὅμως ἀρνεῖται τήν ἂνοδό του σέ ἀνώτερο
ἐπίπεδο ζωῆς, ὁ ἂνθρωπος, καί παραμένοντας στάσιμος στά κτηνώδη αἰσθησιακά ἐνδιαφέροντα,
λόγω τῆς ἠλιθιότητας πού τοῦ ἐπιβάλλει ἡ στασιμότητά του, καυχιέται ὅτι εἶναι
προοδευτικός. Γίνεται ὅμως ἄσχετος μέ τήν ζῶσα ἐλευθερία καί τόν προορισμό τῆς
ἐπίγειας ζωῆς του, καί κανένας δέν μπορεῖ πλέον νά τόν διορθώσει, καί νά τόν
κάνει ἀνώτερο ἀπό τά ζῶα, ἐπειδή ἐλευθερία ἀναγκαστική δέν γίνεται.
Ὅταν λοιπόν ἡ φύση ἀντιστρέψει
καί πάλι τούς ὅρους τῆς φυσικῆς προόδου (μέ ἀντιστροφή τῶν ὃρων
προόδου ἒγινε ἡ ἀναγωγή τῶν εἰδῶν καί ὂχι μέ ἐξέλιξη, ὁπως μέ ἀντιστροφή τῶν ὃρων
γίνεται ἡ ἀναβάθμιση τῶν σκαλοπατιῶν. Καί αὐτή θά
εἶναι ἡ τελευταία ἐφαρμογή τῆς μεθόδου αὐτῆς) ἡ προσωρινότητα θά γίνει παντοτινότητα
καί ἡ φθορά θά γίνει ἀφθαρσία. Τότε λοιπόν ὁ προσκολλημένος στήν
κτηνώδη προσωρινή σωματική του ὑπόσταση ἄνθρωπος, μέ δική του ἐπιλογή θά
χάσει τήν δυνατότητα ἀναγωγῆς του σέ ὀντότητα ἀνώτερη, ἀφοῦ μέ τήν μέθοδο τῆς ἀντιστροφῆς
τῶν ὃρων, ἡ προσωρινή ἀξία θά γίνει παντοτινή, καί τό φθαρτό θά γίνει ἄφθαρτο.
Θά παραμείνει λοιπόν στήν κτηνώδη σωματική του ὑπόσταση, ὁ κάθε ἂνθρωπος πού σ'
αὐτήν περιόρισε τά ἐνδιαφέροντά του, γιά νά εἶναι ἡ τιμωρία του ὀδυνηρή στήν
κόλαση, διότι μόνο μέ τήν σωματική του ὑπόσταση μπορεῖ νά τιμωρηθεῖ, ἐπειδή
μόνο αὐτή ἐπιδέχεται πόνο.
Ἡ πνευματική ἰδιότητα εἶναι οὐσία
αὐτῆς τούτης τῆς ζῶσας ἐλευθερίας, καί κανένας πόνος δέν μπορεῖ ποτέ νά τήν ἀγγίξει.
Ἡ ψυχή πού ἔχει πνευματική ἰδιότητα δέν πονάει, τό σῶμα πονάει. Ἡ ψυχή δέν
γηράσκει, τό σῶμα γηράσκει. Γι’ αὐτό λοιπόν ὁ ἄνθρωπος πού περιόρισε τά ἐνδιαφέροντά
του στή σωματική του ὑπόσταση, πού γι’ αὐτήν ἐργάσθηκε στήν ἐπίγεια ζωή του
καί δέν εἶναι δυνατό γι' αὐτήν νά μή κακούργησε, αὐτήν θά ἔχει παντοτινή του ὑπόσταση,
ἐπειδή μόνο μέ αὐτή τήν σωματική του ὑπόσταση εἶναι δυνατό νά τιμωρηθεῖ, καί μέ
αὐτή θά ὑποστεῖ τίς ὀδύνες τῆς κόλασης.
Ὅταν λοιπόν ὁ νοήμων ἄνθρωπος,
γιά νά μή χάσει τίς αἰσθησιακές ἀξίες τοῦ ἐγνωσμένου ἑαυτοῦ του δέν δέχεται νά τίς ὑπερβεῖ
γιά νά ὁδηγηθεῖ στήν ἀναγωγή του στίς ἀνώτερες αἰσθηματικές καί πνευματικές ἀξίες
τῆς ζωῆς, σ’ αὐτές πού τίς βλέπει καί τίς κατανοεῖ καί καλά τίς ξέρει, καί ἐπί
πλέον ξέρει καί ὃτι ὂχι μόνο δέν θά τίς χάσει τίς αἰσθησιακές ἀξίες τῆς ἐπίγειας
ζωῆς του ἀλλά ἀκολουθώντας τόν αἰσθηματικό τρόπο τῆς ζωῆς ἀκμαίες καί ἀπολαυστικότερες
θά τίς ἔχει κι' αὐτές, ποιό ἄλλο εἶδος θά ἐπιθυμοῦσε νά ἐγκαταλείψει τήν
γνωστή του ὑπόσταση, αὐτήν πού ἤδη τήν ἔχει καί τήν ξέρει, καί νά θέλει νά τόν
ἀποβάλλει τόν ἐγνωσμένο ἑαυτό του, γιά νά ἐξελιχθεῖ Δαρβινικά; Ποιό ἂλλο εἶδος
θά ἢθελε νά ἀρνηθεῖ τόν ἐγνωσμένο ἑαυτό του, γιά νά γίνει ἂλλο, καί μάλιστα εἶδος
πού δέν τό ξέρει; Ὅπως ὁ πίθηκος, ἀκόμα δέν τήν ξέρει καί δέν μπορεῖ καί νά
τήν μάθει τήν ἀνθρωπιά; Ἀλλά λόγω τῆς ἠλιθιότητας, ἀπό τήν ὁποία ἒπασχε ὁ
Δαρβίνος, λέγει ὃτι ὁ πίθηκος ἐξελίχθηκε καί ἒγινε ἂνθρωπος; Ἄν τήν ἤξερε τήν
ἀνθρωπιά, κάποιος πίθηκος, θά ἦταν ἄνθρωπος, καί δέν θά χρειαζόταν νά ξαναγίνει
ἂνθρωπος, ὅπως αὐτός πού ξέρει τήν ἰατρική εἶναι γιατρός καί δέν χρειάζεται νά
ξαναγίνει γιατρός. Δέν τήν ξέρει ὅμως ἀκόμα καί σήμερα τήν ἀνθρωπιά, ὁ
πίθηκος, ἀλλά καί νά θέλει δέν μπορεῖ νά τήν μάθει, καί παραμένει πίθηκος.
Ἐδῶ λοιπόν ὁ νοήμων ἄνθρωπος
προτιμᾶ ὄχι μόνο νά μήν ἐξελιχθεῖ, ἀλλά κάνει καί ἀγώνα γιά νά παραμένει
στάσιμος στό ἐγνωσμένο πλέον αἰσθησιακό πλέγμα τῆς κτηνώδους σωματικῆς του ὑπόστασης,
ἐνῶ ἡ πρόοδος ἀπαιτεῖ ὑπέρβαση τῆς ἐγνωσμένης ἀξίας, γιά τήν πρόσληψη ἄλλης ἀνώτερης,
αὐτός βυθίζεται στό ἐγνωσμένο πλέγμα τῶν αἰσθησιακῶν ἀξιῶν, πού εἶναι χαρακτηριστικές
τοῦ κτήνους, καί συνιστοῦν τήν δεδομένη καί ἐγνωσμένη πλέον ἀξία τῆς ἐπίγειας
ζωῆς του, αὐτήν πού ἀναγκαστικά τήν ἔχει καί ἀναγκαστικά θά τήν χάσει διά τοῦ
θανάτου. Παραμένοντας ὃμως περιορισμένος στήν ἐγνωσμένη ἀξία εἶναι δυνατό νά
σημειωθεῖ πρόοδος; Καί ὃταν ὁ νοήμων ἀνθρωπος δέν θέλει νά βγεῖ ἀπό τήν ὑπόσταση
τῆς ἐγνωσμένης αἰσθησιακῆς ἀξίας, γιά νά ἐξελιχθεῖ, ποιό ζῶο θά ἦταν ποιό
λογικό ἀπό τόν ἂνθρωπο γιά νά τό ξεπεράσει τό ἐγνωσμένο εἶδος του καί νά ἐξελιχθεῖ,
καί νά γίνει εἶδος πού δέν τό ξέρει;
Ὁ ἂνθρωπος ξέρει ὃτι οἱ αἰσθηματικές
ἀξίες τῆς ζωῆς εἶναι ἀνώτερες ἀπό τίς κτηνώδεις αἰσθησιακές. Ξέρει ὅτι γιά νά
σημειωθεῖ νέα πρόοδος οἱ ἐγνωσμένες αἰσθησιακές ἀξίες πρέπει νά ξεπερασθοῦν. Νά
ξεπερασθοῦν, ὄχι νά ἀπορριφθοῦν. Δηλαδή νά πάψουν νά εἶναι ἐνδιαφέροντα πρώτης
προτεραιότητας. Ξέρει καλά ὅτι στό αἰσθησιακό πεδίο οἱ δυνατότητές του εἶναι ἴδιες
μ' αὐτές τῶν ζώων, καί σέ μερικές περιπτώσεις καί κατώτερες ἀπό αὐτές τῶν ζώων,
ἀλλά καί πάλι περιορίζεται στήν ἐγνωσμένη κτηνώδη του ὑπόσταση. Πῶς λοιπόν ὁ
πίθηκος θά ἀποφάσιζε νά θεωρήσει μηδαμηνή τήν ἐγνωσμένη του ὑπόσταση γιά νά
ἀναζητήσει τήν ἀξία ἂνθρωπος, χωρίς νά ξέρει τί εἶναι ὁ ἂνθρωπος;
Ξέρει, ὁ ἂνθρωπος, ὅτι μιμούμενος
τήν διαγωγή τῶν ζώων, χάνει τό ὕψος τῆς ἀνθρωπιᾶς καί ξεπέφτει στόν κτηνισμό· ὅτι
πάει πίσω χρονικά, ἐπειδή χρονικά τά ζῶα ἐμφανίσθηκαν στήν γῆ πρωτύτερα καί τήν
ζοῦσαν ἔτσι ἀκριβῶς τήν αἰσθησιακή ζωή τους ὅταν αὐτός δέν ἦταν. Καί ἐνῶ
μιμούμενος τόν τρόπο ζωῆς τῶν ζώων, πού ἦταν ἐνεργός ὅταν αὐτός ἀκόμα δέν ἦταν
στήν γῆ, γίνεται ἀναμφίβολα ὁπισθοδρομικός, αὐτός καυχιέται ὄτι εἶναι
προοδευτικός, καί κατηγορεῖ ὁπισθοδρομικούς αὐτούς πού ἀπομακρύνονται ὑπερβατικά
ἀπό τόν τρόπο τῆς ζωῆς τῶν ζώων. Ἒτσι ὃμως τό δηλώνει ἀναμφίβολο, καί πῶς ἀλλιῶς
θά μποροῦσε ἀναμφίβολο νά τό δηλώσει, τό μέγιστο μέγεθος τῆς ἠλιθιότητάς του;
Μιμούμενος λοιπόν ὁ ἂνθρωπος τόν
τρόπο τῆς ζωῆς τῶν ζώων, πού τόν βρῆκε ἐνεργό, ὅταν αὐτός εἴτε μέ ἐξέλιξη εἴτε
μέ δημιουργία ἐμφανίσθηκε στήν γῆ, στρέφεται πρός αὐτά πού ἦταν ὅταν αὐτός δέν
ἦταν, καί κατά συνέπεια στρέφεται καί πηγαίνει χρονικά καί εἰδικά πίσω. Καί ἔτσι
ἀρνεῖται τήν ἄνοδό του στό ὕψος τῆς αἰσθηματικῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἐπειδή αὐτή
ὄχι μόνο δέν ἐνεργοποιεῖται ὅπως οἱ αἰσθήσεις ἀναγκαστικά καί αὐτόματα, ἀλλά
καί ὅταν μέ τήν θέλησή του τήν ἐνεργοποιήσει, ἀπαιτεῖ τήν ὑποταγή τῆς κτηνώδους
ὑπόστασής του στήν ἀνωτερότητα τῆς ἀνθρωπιᾶς, καί γι' αὐτό δέν τόν δέχεται
τόν αἰσθηματικό τρόπο ζωῆς.
Ποιό ἄλλο εἶδος ζώου θά ἦταν
λοιπόν πιό λογικό ἀπό τόν ἄνθρωπο, καί θά δεχόταν νά ἀποβάλλει τήν ἀξία τοῦ εἴδους
του, πού τήν ἔχει, γιά νά ἐξελιχθεῖ καί νά γίνει ἄλλο εἶδος, πού δέν τό ξέρει; Ἄν
ἡ Δαρβίνια ἐξέλιξη τῶν ζωικῶν εἰδῶν ἔγινε χωρίς τό ὑπό ἐξέλιξη ζῶο νά ξέρει τί
τοῦ γίνεται, τό γεγονός αὐτό ποιά σχέση μπορεῖ νά ἔχει μέ τό νόημα τοῦ ὅρου ἐξέλιξη,
πού προϋποθέτει αὐτοδύναμη καί χωρίς ἐξωτερική ἐπέμβαση ἀναγωγή;
Γιά νά παρακάμψουν αὐτή τήν
πραγματικότητα οἱ δαρβινιστές, λένε λοιπόν ὅτι ἡ ἐξέλιξη ἔγινε μέ μακρᾶς
διάρκειας μικροπροσαρμογές. Ἡ προσαρμογή ὅμως προϋποθέτει πρότυπο. Ἡ προσαρμογή
στό ἄγνωστο συνιστᾶ σαχλαμάρα. Πῶς καί ποιά γνώση καί ποιά άνωτερότητα θά ἀποδόσει,
ἡ προσαρμογή στό ἄγνωστο; Τό ἀποτέλεσμα τῆς πρός τό ἄγνωστο προσαρμογῆς, βεβαίως
πρέπει νά εἶναι ἂγνοια καί ὂχι ἀνωτερότητα; Κι' ἄν ἡ προσαρμογή ἔγινε πρός εἶδος
γνωστό, τί σχέση θά ἔχει μέ τό νόημα τῆς λέξης ἐξέλιξη, ἀφοῦ δέν ἒγινε κάτι,
πού ἦταν ἂγνωστό, ἀλλά ἦταν γνωστό; Ὁ λόγος λοιπόν τῆς προσαρμογῆς εἴτε πρός
γνωστό εἴτε πρός ἄγνωστο εἶδος, πού ἐπικαλοῦνται οἱ Δαρβινιστές, ξεπερνάει τό
κάθε ὅριο τῆς σαχλαμάρας καί τῆς γελοιότητας. Εἶναι λόγος πού δηλώνει ἀνεπίτρεπτη
στόν ἂνθρωπο ἠλιθιότητα.
Γιάννης
Μιχαηλίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου